To Ρόζγουελ της Τζόρτζια είναι ένα από τα πολυπληθή προάστια της Ατλάντα. Παλιότερα αυτόνομος οικισμός, σήμερα έχει ενωθεί ουσιαστικά με την πρωτεύουσα της πολιτείας. Διατηρεί, όμως, διοικητικά την αυτονομία της κυρίως επειδή πρόκειται για ιστορικό τόπο, αν μη τι άλλο. Δεν μπορούν να υπερηφανεύονται πολλοί οικισμοί ότι είναι τόπος καταγωγής μιας μητέρας προέδρου των ΗΠΑ (Μάρθα Μπούλοκ Ρούσβελτ, μητέρα του Θίοντορ Ρούσβελτ) και του νυν μεγαλύτερου γκραν μετρ στο σκάκι σ’ ολόκληρες τις ΗΠΑ (Μπεν Φάινγκολντ).
Το Ρόζγουελ έχει διαχρονικά τη φήμη ότι «βγάζει» έξυπνους ανθρώπους. Βλέποντας τι κάνει ο Λορένζο Μπράουν στα παρκέ τόσα χρόνια, τη δικαιολογούμε απόλυτα τη φήμη. Ο 34χρονος πόιντ γκραντ του Παναθηναϊκού μπορεί να γεννήθηκε, όπως γράφει το βιογραφικό του, στο Ρόκφορντ του Ιλινόι, ωστόσο ήταν βρέφος ακόμα όταν η οικογένεια μετακόμισε στο Ρόζγουελ. Τόσο μικρός ώστε να θεωρηθεί «γηγενής».
Δεν γνωρίζουμε αν ο Λορένζο (για τους φίλους του, σκέτο Ζο) Μπράουντ είχε φανταστεί ποτέ όταν επέλεγε να ασχοληθεί με το μπάσκετ πού θα τον έβγαζε αυτή η ενασχόληση με την πορτοκαλί θεά. Το σίγουρο είναι ότι η αναγνώριση που έχει τα τελευταία χρόνια τον έπεισε ότι έκανε τις σωστές επιλογές.
Ασχολούμενος με πολλά σπορ από μικρός, διάλεξε όπως είπε το μπάσκετ επειδή εκτός από φυσικά προσόντα ήθελε και μυαλό. Στο γυμνάσιο Σεντένιαλ του Ρόζγουελ (το οποίο σημαίνει Εκατονταετία, και δημιουργήθηκε το 1997, ένα χρόνο μετά το ιωβηλαίο των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ατλάντα) ξεχώρισε αμέσως. Τόσο, που ο προπονητής του τον έπεισε να… αλλάξει γυμνάσιο, ώστε να προετοιμαστεί καλύτερα για το μπάσκετ! Οι αλλαγές γυμνασίων για αθλητικούς σκοπούς δεν είναι κάτι συνηθισμένο στις ΗΠΑ, τουλάχιστον δεν είναι τόσο συνηθισμένο όπως οι αλλαγές στα κολλέγια.
Έτσι, λοιπόν, ο Ζο σε ηλικία μόλις 15 ετών πήγε 600 χλμ. μακριά από την πόλη του, στο Τσάθαμ της Βιρτζίνια, για να φοιτήσει στη Hargrave Military Academy, την στρατιωτική ακαδημία. Ένα αυστηρό σχολείο αρρένων, που προετοιμάζει εκτός των άλλων και μελλοντικούς στρατιωτικούς (έχει αποφοιτήσει από τις τάξεις του ο πρώην διοικητής της 5ης στρατιάς των ΗΠΑ), αλλά κυρίως μπασκετμπολίστες. Από το 1959 που αποφοίτησε ο Λάρι Μπράουν, ο οποίος έκανε τεράστια καριέρα ως προπονητής σε εννέα (!) διαφορετικές ομάδες του ΝΒΑ, η μπασκετική παράδοση του γυμνασίου ήταν από τις καλύτερες σ’ όλες τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ.
Από την ακαδημία Χαργκρέιβ έχουν αποφοιτήσει πάνω από 25 παίκτες που έχουν παίξει στο ΝΒΑ τα τελευταία 60 χρόνια, πλην όμως κανένα από τα λεγόμενα μεγάλα ονόματα. Το 2010 ο Μπράουν βρήκε εύκολα, πάντως, μια αθλητική υποτροφία στο Νορθ Καρολάινα Στέιτ, το κολλέγιο που κάποτε φοίτησε κι έπαιξε ο Παναγιώτης Φασούλας. Ο Σίντνεϊ Λόου, ο τότε προπονητής του (και νυν ασίσταντ στους Ντιτρόιτ Πίστονς) φέρεται να είπε στη διοίκηση ότι «αν υπογράψουμε αυτό το παιδί, θα επιστρέψουμε στο NCAA». Οι Γούλφπακς είχαν μείνει εκτός τελικού τουρνουά για τέσσερα χρόνια, μετά από πέντε συνεχόμενες παρουσίες (2002-2006).
Ο Λόου αποδείχτηκε προφητικός, αν και είχε φύγει όταν εκπληρώθηκαν όσα έλεγε. Παρ’ ότι τον έβαλε βασικό στην ρούκι χρονιά του, η ομάδα δεν κατάφερε να φτάσει στο τελικό τουρνουά των «64» και το καλοκαίρι του 2011 ανέλαβε ο Μαρκ Γκότφριντ. Τα δύο επόμενα χρόνια, όμως, οι αριθμοί του Μπράουν ανέβηκαν κι άλλο, ο χρόνος συμμετοχής του επίσης (έπαιζε 34 λεπτά το ματς), οι ασίστ του εκτινάχθηκαν στο 7,2 την τελευταία του σεζόν 2012-13 και το Νορθ Καρολάινα Στέιτ κέρδισε δύο διαδοχικές συμμετοχές στο NCAA.
Τότε ακριβώς, το καλοκαίρι του 2013, ήταν που αποφάσισε να αφήσει την τελευταία του κολεγιακή χρονιά και να θέσει υποψηφιότητα για το ντραφτ. Κακή μανατζερική επιλογή; Βιασύνη; Ο ίδιος λέει ότι δεν μετάνιωσε για την επιλογή του. Αλλά το μεγάλο «τι θα γινόταν αν…» ισχύει ακόμα. Αν έμενε την τελευταία χρονιά στους Γούλφπακς θα ανταμειβόταν με μία ακόμα παρουσία στο NCAA (πήγαν ούτως ή άλλως χωρίς αυτόν) και πιθανόν θα είχε διεκδικήσει ακόμα και επιλογή πρώτου γύρου.
Τα προσόντα του δεν εκτιμήθηκαν δεόντως. Επελέγη στο Νο52 του ντραφτ από τους Μινεσότα Τίμπεργουλβς, όχι από κάποια ομάδα της περιοχής του (Σάρλοτ, Μαϊάμι, Ορλάντο κτλ.) που τον ήξεραν καλύτερα. Υπέγραψε ένα μηνιαίο συμβόλαιο τον Σεπτέμβριο, το οποίο δεν ανανεώθηκε.
Αυτοί που του έδωσαν την ευκαιρία να παίξει στο ΝΒΑ ήταν οι Φιλαντέλφια Σίξερς, αλλά τον χρησιμοποίησαν σχεδόν πάντα ως «garbage time player», παίκτη που παίζει σε ανούσια σημεία του ματς. Η πρώτη του σεζόν ήταν ένα συνεχές πήγαινε-έλα μεταξύ των Σίξερς και των Ντέλαγουερ 49ερς, της θυγατρικής του.
Τότε αποφάσισε να κάνει το βήμα προς την Ευρώπη. Υπέγραψε στην ιταλική Ρέγερ Βενέτσια, όμως πέντε μέρες αργότερα η ομάδα ακύρωσε μονομερώς το συμβόλαιο, αφήνοντας υπονοούμενα ότι απέτυχε στα ιατρικά τεστ. Αυτή η φήμη θα τον κατατρέχει πολύ περισσότερο απ’ όσο μπορούσε ο ίδιος να φανταστεί.
Μέχρι το 2019, που προσανατολίστηκε αποκλειστικά στην Ευρώπη, η πορεία του ήταν κάτι ενδιάμεσο: Καλός για τη D-League, αλλά κανείς δεν τον εμπιστευόταν στο ΝΒΑ. Οι Τίμπεργουλβς, με τους οποίους υπέγραψε ένα 10ήμερο συμβόλαιο το 2015, τον έβαλαν να παίξει 48 λεπτά (!) απέναντι στο Κλίβελαντ στις 28 Ιανουαρίου, μετά τον τραυματισμό του Μο Ουίλιαμς και του Ζακ Λαβίν. Αλλά μετά επέστρεψε ο Ρίκι Ρούμπιο από τραυματισμό και του πήρε το χρόνο. Οι δύο τους έγιναν καλοί φίλοι, κι αυτό έπαιξε το ρόλο του αργότερα.
Οι καλύτεροι αριθμοί του, πάντως, σημειώθηκαν στη Μινεσότα, αλλά δεν τον βοήθησαν να βρει εγγυημένο συμβόλαιο. Τον Οκτώβριο του 2015 έψανε πάλι για δουλειά. Βρήκε 10ήμερα συμβόλαια στο Φίνιξ και στο Ντιτρόιτ (εκεί δεν έπαιξε καθόλου) κι εκεί έκανε τη δεύτερη απόπειρα να μετακομίσει στην Ευρώπη. Η Ούνικς Καζάν του πρόσφερε συμβόλαιο, αλλά το ακύρωσε κι αυτή μετά από λίγες μέρες λόγω προβλημάτων φυσικής κατάστασης, όπως διέρρευσε.
Τελικά η περιπέτεια περιείχε και… Κίνα. Στους «Χρυσούς Ταύρους» της Σετζιάνγκ και τα «Λιοντάρια» της Γκουανγκτζού έκανε πλάκα με πάνω από 20 πόντους μέσο όρο και στο μεσοδιάστημα βρήκε κάποια ματς με τους Τορόντο Ράπτορς. Εκεί τον είδε και τον εκτίμησε ο Σέρτζιο Σκαριόλο, τότε ασίσταντ κόουτς.
Το καλοκαίρι του 2019 έκανε το τρίτο και πιο σταθερό βήμα προς την Ευρώπη, με τον Ερυθρό Αστέρα. Η πρώτη χρονιά του Λορένζο απέδειξε ότι μπορεί να κάνει τη διαφορά, όχι τόσο με την ευστοχία του ή τη δημιουργικότητά του, αλλά λόγω των ψύχραιμων αποφάσεων που παίρνει στο παρκέ.
H Φενέρμπαχτσε του πρόσφερε πολύ καλύτερο συμβόλαιο το 2020, αν και όχι εγγυημένη θέση στην πεντάδα. Ξεκίνησε μόλις στα 12 από τα 37 ματς της Ευρωλίγκα και αυτή ήταν η μοναδική του χρονιά που κατέγραψε μονοψήφιο μέσο όρο πόντων (9,5). Την επόμενη σεζόν ήλθε η πρόταση από την Ούνικς Καζάν, από τη οποία έφυγε τον Ιανουάριο του 2022 λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά επέστρεψε λίγο αργότερα και έκλεισε τη χρονιά.
Στα δύο του χρόνια με την Μακάμπι Τελ Αβίβ (2022-2024) ξεκίνησε και στα 73 παιχνίδια της Euroleague. Είχαν προηγηθεί, βέβαια, οι μαγικές του εμφανίσεις στο Ευρωμπάσκετ, όπου με μια «μισή» εθνική Ισπανίας κατάφερε να πάρει το χρυσό μετάλλιο και αναδείχτηκε σε ηγέτη της.
Η ιστορία με το πώς τον έπεισε ο Σκαριόλο να αποδεχτεί την ισπανική υπηκοότητα είναι γνωστή. Η σχέση τους, που είχε αναπτυχθεί στο Τορόντο, έπαιξε το ρόλο της. Είχε τηλεφωνήσει και στον Ρούμπιο, με τον οποίο διατηρούσαν καλή σχέση, και οι όποιες αμφιβολίες του κάμφθηκαν όταν αισθάνθηκε ότι ήταν ένα σημαντικό γρανάζι κι όχι κάποιος παρακατιανός. Χωρίς να έχει πατήσει καν το πόδι του στην Ισπανία, έγινε σε μία νύχτα Ισπανός υπήκοος και τα άλλα είναι ιστορία.