Ο καθένας μπορεί να έχει τη γνώμη του για το αθλητικό επίπεδο του καθενός. Όποιο πόστο κι αν καταλαμβάνει. Είναι καλός παράγοντας ή όχι, καλός προπονητής ή όχι, καλός παίκτης ή όχι. Συνήθως η τελική άποψη επηρεάζεται -λιγότερο ή περισσότερο- από το χρώμα φανέλας που φορά ο καθένας.
Απόλυτα θεμιτό να γίνονται αναλύσεις και να υπάρχουν πορίσματα γύρω απ’ την αθλητική αξία του καθενός, ακόμη κι αν είναι απλά υποκειμενικές απόψεις, που γέρνουν απ’ τη μία ή την άλλη πλευρά ανάλογα με την οπαδική προτίμηση του καθενός. Εκεί που πάντα πρέπει να τραβιέται μια κόκκινη γραμμή, είναι ζητήματα που έχουν να κάνουν με χαρακτήρες, οικογένειες, ανθρώπους. Κάτι που δυστυχώς δεν υπολογίζεται πλέον.
Το πράγμα ξέφυγε εντελώς από τη στιγμή που ο Κώστας Σλούκας πήγε στον Παναθηναϊκό. Λες και… πατήθηκε ένα κουμπί και προγραμμάτισε μια μάζα ανθρώπων να «κατασπαράξει» τον διεθνή γκαρντ, με όποιο τρόπο θεωρεί αποδοτικό. Ακόμη κι αν βασίζεται σε ψέματα, σε ασυναρτησίες, σε μανία που φανερώνει σύμπλεγμα και τίποτα άλλο. Η προσπάθεια μείωσης του Σλούκα, όσο περνούσε ο καιρός αυξανόταν. Γιατί αυξανόταν και η μπασκετική ικανότητα που φανέρωνε ο Παναθηναϊκός στο παρκέ.
Η κατάληξη της σεζόν, «τρέλανε» την προπαγάνδα. Ο Σλούκας που πάλευαν να τον μειώσουν φανερά, με πόλεμο λάσπης, ακόμη και επίσημα χείλη, ήταν πρωταθλητής Ευρώπης και MVP στο Βερολίνο. Πρωταθλητής Ελλάδος κάνοντας εκπληκτικά παιχνίδια στις κρίσιμες στιγμές των τελικών. Ασυγχώρητη επιτυχία. Τόσο για αυτόν, όσο και για τους υπόλοιπους «πράσινους».
Το 2024-25 άρχισε με την προετοιμασία, μέχρι το Super Cup της Ρόδου. Διάστημα ικανό για να διαπιστώσουμε πως η μανία να πολεμήσουν ανθρώπους και όχι αθλητές, να «δολοφονήσουν» χαρακτήρες κι όχι επαγγελματίες του μπάσκετ, έχει πολλαπλασιαστεί επικίνδυνα.
Για τον Σλούκα το… σύγχρονο αφήγημα, αφορά τον «παλιοχαρακτήρα» του που πήγε να τραυματίσει τον Πετρούσεφ, επειδή σε μια διεκδίκηση ο Σέρβος βρέθηκε στο παρκέ. Κάτι που φαίνεται να λέει κατά τη διάρκεια του αγώνα, ίσως προς τον Μπαρτζώκα, έχει γίνει… viralαπό τους γνωστούς «σταυροφόρους» την ηθικής που παίρνουν ρεπό φυσικά στις 150 φορές κάθε ματς που ο προπονητής του Ολυμπιακού βρίζει από τους παίκτες του μέχρι τα Θεία.
Ξανάγινε ζήτημα και το γιατί δεν έδωσε το χέρι του στον Ουόκαπ. Εκείνον δηλαδή που τον ειρωνευόταν χειροκροτώντας και γελώντας την ώρα που ο Κάνααν έτριβε τα δάχτυλά του δείχνοντας το σήμα των χρημάτων. Τη στιγμή που ο Σλούκας ήταν αυτός που λίγους μήνες πριν είχε βγει δημόσια και τα… έχωσε στην Euroleague γιατί έβγαλε αμυντικό της χρονιάς τον Ταβάρες και όχι τον πρώην συμπαίκτη του. Λίγες εβδομάδες μετά, ο Ουόκαπ για… ευχαριστώ, έβγαινε δημόσια να πει «με ποιο κόστος θα έμενε ο Σλούκας στον Ολυμπιακό, στηρίζω τον κόουτς στην απόφασή του».
Παρ’ όλα αυτά, ο Έλληνας είναι ο κακός και ο ελληνοποιημένος με σκάνδαλο ο… αψεγάδιαστος. Γιατί αυτό βολεύει τη γραμμή προπαγάνδας που λειτουργεί ασταμάτητα. Παλεύοντας να πείσει πως ο Σλούκας έχει πρόβλημα με τον Ολυμπιακό και όχι αυτοί που μια σεζόν έκαναν δηλώσεις άμεσες ή έμμεσες για εκείνον, τη στιγμή που ο ίδιος πραγματοποίησε σεζόν καριέρας και λατρεύτηκε στη νέα του ομάδα όσο πουθενά αλλού.
Όμως το θέμα δεν είναι μόνο ο Σλούκας. Η επιτυχία του Παναθηναϊκού έχει φέρει συνολική διάθεση επιθέσεων σε ανθρώπους, σε χαρακτήρες και όχι σε πρόσωπα του αθλητισμού, αντιπάλους του Ολυμπιακού. Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ακούει το όνομά του να καθυβρίζεται μέχρι και σε αγώνες του ποδοσφαιρικού σωματείου του λιμανιού. Οι καταγγελίες εναντίον του δεν μπορούν με ευκολία να υπολογιστούν, με αποκορύφωμα της εμμονικής ενασχόλησης μαζί του, να αποτελεί η επιστολή για να συλληφθεί αν δώσει το παρών στο ιστορικό τουρνουά στη μνήμη του πατέρα του.
Ο Εργκίν Αταμάν και το ατυχές περιστατικό της Κύπρου, στο οποίο ούτε ανέφερε κάτι προσβλητικό για τους Κύπριους, ούτε έκανε σχόλιο για την κατοχή του νησιού, τραβήχτηκε… απ’ τα μαλλιά. Σε σημείο που ακόμη και οι πλέον άσχετοι αντιλήφθηκαν πως οι αναφορές έδειχναν σα να πρέπει να μείνει στον «αφρό» το θέμα, για να προκληθεί εσωτερικό ζήτημα στους «πράσινους», πέρα από ξεκάθαρη φθορά του κόουτς των «πράσινων». Γιατί εκείνος ούτε ειρωνεύτηκε κανέναν, ούτε έθιξε πρώην συμπαίκτη του (δείτε τι είπε για τον Βιλντόζα), ούτε προσπάθησε να μειώσει αντιπάλους. Έπρεπε να τον βρουν… μπόσικο κάπου για να αρχίσουν τον πόλεμο. Και το έκαναν σε ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα, απλά και μόνο επειδή βόλευε την περίσταση.
Ακόμη και στη Ρόδο φάνηκε αυτό, καθώς ακούστηκαν συνθήματα εθνικιστικού περιεχομένου (άσχετα με την Κύπρο φυσικά). Με ξεκάθαρο στόχο να προκαλέσουν τον Αταμάν και να δημιουργηθεί ζήτημα πάνω στο οποίο θα προσπαθούσαν αν μειώσουν την προσωπικότητα του πιο επιτυχημένου τεχνικού στο ευρωπαϊκό μπάσκετ τα τελευταία χρόνια.
Στη… μηχανή του κιμά της προπαγάνδας και της επικοινωνιακής λαίλαπας, μπήκε και ο Ματίας Λεσόρ. Γιατί όπως παρουσιάζεται το επεισόδιο που είχε με την εξέδρα οπαδών του Ολυμπιακού, είναι σα να καθόταν και ξαφνικά χωρίς να του πει κανείς τίποτα, έτσι επειδή του… γύρισε το μυαλό, πήγε να επιτεθεί σε αθώα άτομα που απλά χειροκροτούσαν και φώναζαν «μπράβο στους αθλητές μας». Ούτε του είπε κανείς τίποτα, ούτε τον προκάλεσε κανείς, ο… κακός Λεσόρ ξαφνικά κατάλαβε πως θέλει να δείρει οπαδούς και γι’ αυτό σηκώθηκε και έγινε αυτό που έγινε. Μικροεπεισόδιο φυσικά. Δεν φάνηκε και να βρίζει μανάδες όπως άλλοι άνθρωποι του αθλητισμού που φυσικά και αθωώνονται από τα ίδια άτομα της προπαγάνδας.
Είναι σαφές και το… έγκλημα του Λεσόρ που τον έβαλε σε αυτή τη διαδικασία. Ήταν ο καλύτερος σέντερ της περασμένης σεζόν, μόνος του έκανε στο Final 4 περισσότερα απ’ όσα έκαναν μαζί οι ψηλοί των άλλων τριών ομάδων. Πώς θα μπορούσε να «χτυπηθεί» λοιπόν; Να τον μειώσουν ως άνθρωπο. Ο ορισμός της «δολοφονίας χαρακτήρα»
Δυστυχώς όσο δεν επεμβαίνουν οι αρμόδιοι, αυτή η διαδικασία θα συνεχίζεται. Χωρίς να έχει να κάνει με στοιχεία κριτικής, η οποία προφανώς και είναι θεμιτή ακόμη κι αν είναι τραβηγμένη και υπέρμετρα σκληρή. Εδώ όμως μιλάμε για ξεκάθαρη απόπειρα σπίλωσης μέσω λασπολογίας, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουν να μειώσουν εκείνους που πέτυχαν όσα οι ίδιοι δεν μπορούν εδώ και χρόνια. Ξεκινώντας απ’ το μηδέν κι αφήνοντάς τους πίσω.
Αυτή η διαδικασία δεν είναι απλά τοξικότητα, είναι «έγκλημα». Δεν αφορά κριτική ανθρώπων του αθλητισμού, αλλά μαζικές επιθέσεις «δολοφονίας χαρακτήρων». Ένα γαϊτανάκι που δυστυχώς αντί να μειωθεί ή να σταματήσει, συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό και μεγαλύτερη δύναμη. Δείχνοντας πρόθεση, διάθεση και φυσικά εμμονή. Γιατί τα αθλητικά επιτεύγματα τους έκαναν να χάσουν τον ύπνο τους και σπιλώνουν ανθρώπους γιατί απλά… μπορούν.