MENU

Ο Ντένις Ρόντμαν είναι ένας παίκτης που δήλωσε πώς ποτέ του δεν έπαιξε μπάσκετ για τα λεφτά. Ένας παίκτης που αυτό - μαστιγώθηκε δεκάδες φορές παραδεχόμενος δημόσια ότι είναι κακός σύζυγος, κακός πατέρας, κακός γιος. Κι όλα αυτά στην τελετή που έγινε προς τιμήν του τη μέρα που το όνομά του έβρισκε τη θέση του στο Hall Of Fame.

«Είμαι ο κανένας και έρχομαι απευθείας από το πουθενά» απάντησε σε δημοσιογράφο το 1986 που ήθελε να μάθει ποιο ήταν εκείνο το παιδί που απήχε από τους εντυπωσιακού αναστήματος και μεγάλου όγκου NBAres.

«Δεν έπαιξα το παιχνίδι για τα λεφτά. Δεν έπαιξα το παιχνίδι για να γίνω διάσημος. Αυτό που βλέπετε εδώ είναι περίπου μια ψευδαίσθηση, είμαι αυτός που θέλει να είναι γεμάτος χρώματα». Δήλωσε με μάτια δακρυσμένα αφού προσπάθησε να ξεκινήσει την τοποθέτησή του 2-3 φορές και κόμπιασε από τη συγκίνηση και τη φόρτιση της στιγμής στην ομιλία του στο Hall of Fame.

Ευγνώμων που ήταν ζωντανός. Έχοντας ζήσει μια ζωή μέσα στις καταχρήσεις, τις γυναίκες. Ακροβατώντας για πολλά χρόνια. Έχοντας «τσακωθεί» με τον καθωσπρεπισμό. Με μοναδικό του στήριγμα τον Φιλ Τζάκσον.

«Για πολλά χρόνια έκαιγα το κερί και από τις δύο πλευρές. Γι’ αυτό και εκπλήσσομαι που είμαι ακόμα εδώ». Εδώ ζωντανός, όχι εδώ στο Hall of Fame».

Τα πρώτα του βήματα

O γεννημένος στο Νιού Τζέρσεϊ στις 13 Μαΐου 1961 Ντένις Ρόντμαν έμελλε να γίνει ένας από τους πιο διάσημους μπασκετμπολίστες στην ιστορία του αθλήματος.

Όταν ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια, η μητέρα του μετακόμισε στο Ντάλας. Στο σχολείο, το «Σκουλήκι» ήταν μόλις 1,70 και προφανώς κανείς δεν συνέδεε το όνομά του με το άθλημα του μπάσκετ. Μέσα σε ένα καλοκαίρι πήρε κοντά 30 πόντους. Μπορούσε πλέον με άνεση να πάει να δοκιμαστεί σε ένα μικρό κολέγιο στο Τέξας, το Cooke County College.

Δεν ήθελε να πιεστεί πολύ με τα μαθήματα και τις έτερες υποχρεώσεις του κολεγίου. Δεν ήθελε να δώσει ούτε στο μπάσκετ δεύτερη ευκαιρία. Οι ιθύνοντες του Southeastern Oklahoma State όμως δεν άφηναν το «Σκουλήκι» έτσι απλά. Έκανε τρεις χρονιές υπέροχες. Δεν άργησε να προσελκύσει το ενδιαφέρον των Ντιτρόιτ Πίστονς.

Με ύψος 2,01 μέτρα αγωνίστηκε στις θέσεις σμολ φόργουρντ και πάουερ φόργουρντ. Ο Ντένις, ξεχώρισε για το σπάνιο ταλέντο του στην άμυνα και την έφεσή του στα ριμπάουντ. Τα πέντε πρωταθλήματα NBA, (με τους Ντιτρόιτ Πίστονς και με του Σικάγο Μπουλς) ήταν μόνο ένα στοιχείο από όσα τον έκαναν ευρέως γνωστό.

Ο επαγγελματίας Ρόντμαν

Επιλέχτηκε στην 27η θέση του ΝΒΑ Ντραφτ το 1986 από τους Ντιτρόιτ Πίστονς και άγγιξε τον απόλυτο μπασκετικό ουρανό μαζί με τους Μάικλ Τζόρνταν και Σκότι Πίπεν στα 90's. Παρότι, ο ίδιος αποκάλυψε ότι όταν ο Φιλ Τζάκσον του είπε πως τον θέλει στο Σικάγο εκείνος απάντησε «Πραγματικά δεν με ενδιαφέρει καθόλου».

Παρέλασε από Ντιτρόιτ Πίστονς (1986-1993) , Σαν Αντόνιο Σπερς (1993-1995) , Σικάγο Μπουλς (1995-1998), Λος Άντζελες Λέικερς (1999) , Ντάλας Μάβερικς (2000).

Η ζωή του δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Ο πατέρας του δεν στάθηκε ποτέ στο πλευρό του, τον εγκατέλειψε όταν ήταν 5 ετών. Η μητέρα του τον έδιωξε από το σπίτι στην εφηβεία του. Την μισούσε χρόνια, όπως εξομολογείται.

Στα 19 του είχε ήδη τραβήγματα με την αστυνομία. Ο ίδιος έχει μεγάλο παράπονο από τον εαυτό του. Όχι για την καριέρα του, όχι για τις επιλογές του, αλλά επειδή δεν ήταν καλός πατέρας για τα παιδιά του.

Tο «Σκουλήκι» δικαιωματικά συγκαταλέγεται στους κορυφαίους των κορυφαίων. Γεννήθηκε για να ξεχωρίζει. Δε μπορούσε τα μέτρια. Δε του ταίριαζε το γκρι. Εντός και εκτός παρκέ.

Επτά συνεχόμενες σεζόν ήταν ο πρώτος ριμπάουντερ του NBA, ενώ είναι 1ος στην ιστορία του NBA συνολικά σε rebound rate με 23.4 αλλά και 1ος στην ιστορία του NBA σε rebound rate σε μια σεζόν με 29.7.

Όταν ο Ντένις «σκότωσε» τον Ρόντμαν

Κι όμως ένω θα μπορούσε να τα έχει όλα, μετά από τα πρώτα 8 χρόνια επαγγελματικής καριέρας, ο αμφιλεγόμενος Ρόντμαν πήρε μορφή «έκπτωτου αγγέλου». Τον Απρίλιο του 1993, έφτασε κοντά στην αυτοκτονία. Εν τέλει, απλά άφησε τους δαίμονές του να σκοτώσουν τον Ρόντμαν που γνωρίζαμε μέχρι τότε.

«Bad Αs I Wanna Βe» αυτός είναι ο τίτλος του πρώτου από τα τρία βιβλία που έγραψε. Τότε, που έχοντας κατακτήσει ήδη τα πρώτα του δύο τρόπαια αναγκάστηκε να διαχειριστεί μέσα σε όλα και την αποχώρηση του Τσακ Ντέιλι που ήταν για εκείνον πατρική φιγούρα.

Ήταν μόνος, ολομόναχος όπως εξομολογείται και δε μπορούσε να σηκώσει το βάρος της δημοσιότητας, του ταλέντου, της απόρριψης.

Ένιωθε να χάνει τον εαυτό του και να προσαρμόζεται σε αυτό που απαιτούσαν οι συνθήκες να γίνει. Κάτι που τον έπνιγε. Αποφάσισε, λοιπόν, τότε να «σκοτώσει» τον έτερο εκείνο εαυτό του και να συστηθεί από την αρχή.

Αυτό, που ο κόσμος ερμήνευσε ως «επικύνδινη μεταστροφή» αυτός το είδε σαν αναγέννηση. Ήξερε ότι το μπάσκετ ήταν η «μηχανική υποστήριξη» που τον κράτησε στη ζωή . Κι αυτό ήταν πράγματι μέχρι το τέλος της καριέρας του. Ήξερε ότι το ανάστημά του και οι συνήθειές του θα έκαναν την συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου να στρίβουν και να αλλάζουν πεζοδρόμιο αν δεν ήταν αυτός που ήταν. Αν απλά ήταν ένας αράπης σε μια κακόφημη γειτονία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στους Σπερς,έβαψε τα μαλλιά του σε κάθε πιθανό χρωματικό συνδυασμό. Έκανε τατουάζ και πίρσινγκ. Έχτισε την εικόνα του όσο πιο αντισυμβατικά γινόταν. Έκανε δεκάδες σχέσεις, άρχισε τις επικρίσεις για το αμερικανικό πρωτάθλημα, την κόντρα με τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον.

Για τον τρόπο που αντιμετωπίζει το NBA τους παίκτες η θέση του ήταν η εξής: «Στην περίπτωσή μου τίποτα δεν τους αρκεί. Δεν είμαι παρά ένας σκλάβος του αθλήματος. Όλους μας χρησιμοποιούν σ' αυτή τη δουλειά και μερικοί τύποι μπορούν να κάθονται και να ανέχονται το ξεπούλημα – πουλάνε την ψυχή τους για τα λεφτά του NBA. Λυπάμαι, εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Το NBA θέλει να είμαστε όλοι ίδιοι. Θέλουν να γεμίσει η κατηγορία με τύπους που δε λένε ποτέ κάτι αμφιλεγόμενο και που δεν κάνουν ποτέ κάτι που το NBA θεωρεί κακό για το άθλημα. Και περνάει το δικό τους επειδή οι περισσότεροι παίκτες στο NBA έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου ώστε να σκέφτονται κι αυτοί έτσι».

Σειρά είχαν οι Σικάγο Μπουλς, στα 34 του χρόνια. Εκεί αγωνίστηκε με τους κορυφαίους. «Μπορεί να υποτιμώ έτσι την αξία του Αϊζάια Τόμας και του Τζο Ντούμαρς, αλλά ο Τζόρνταν και ο Πίπεν είναι για μένα οι δύο καλύτεροι παίκτες που έπαιξαν ποτέ το παιχνίδι του μπάσκετ», δηλώνει χαρακτηριστικά. Οι Σπερς τον αρρώσταιναν, ένιωθε ότι τον χρησιμοποιούσαν. Στους Μπουλς ένιωθε περισσότερο άνετα.

Εκεί, έζησε στα άκρα. Αγωνιστικά και μη. Ενσάρκωσε την καλύτερη τριάδα που έχει περάσει ποτέ από τα γήπεδα του NBA,(με τους Μάικλ Τζόρνταν και Σκότι Πίπεν) και στις 21 Ιανουαρίου 1999 όταν οι Μπουλς από τον παράδεισο μετέβησαν στην κόλαση, ο Ρόντμαν μεταπήδησε στους Λος Άντζελες Λέικερς πριν την αρχή της κουτσουρεμένης σεζόν.

Έπαιξε κάτι λιγότερο από μια σεζόν και μετά αφέθηκε ελεύθερος. Η τελευταία του χρονιά στο NBA ήταν το 1999-2000 όταν και έπαιξε 12 ματς για τους Ντάλας Μάβερικς χωρίς να δείχνει και τον καλύτερο εαυτό του, που είχε ακόμα να δώσει πολλά ΑΝ ήθελε παρά τα 38.

Η ζωή μετά το NBA

Μετά το NBA ο Ρόντμαν αφοσιώθηκε στην καριέρα του ως ηθοποιός και στο wrestling. Το μπάσκετ, όμως, ήταν μέσα του, οπότε το 2003-04 έπαιξε στο νέο ABA ελπίζοντας κάποια ομάδα του NBA να τον καλέσει. Το ίδιο έκανε και το 2004-05 αλλά και το 2005-06.

Το 2005 δημοσίευσε και τη δεύτερη αυτοβιογραφία του, το «I should be dead by now». Το 2006 έπαιξε μαζί με άλλους παλιούς αστέρες του NBA (Ντάριλ Ντόκινς, Κέβιν Ουίλις, Κάλβιν Μέρφι, Άλεξ Ίνγκλις) στις Φιλιππίνες.

Όταν μιλάνε οι αριθμοί

Οι αριθμοί ζαλίζουν με τα ρεκόρ και τα ποσοστά του. Ενδεικτικά αναφέρουμε ελάχιστα μπροστά σε αυτά που έχει καταφέρει: Ο Ντένις Ρόντμαν είναι ο μόνος παίκτης στην ιστορία του μπάσκετ που έχει αναδειχτεί 1ος ριμπάουντερ του πρωταθλήματος για 7 συνεχόμενες περιόδους. Έχει τα ρεκόρ στην ιστορία των Πίστονς, Σπερς και Μπουλς σε ριμπάουντ. Πέντε φορές στην καριέρα του πήρε πάνω από 30 ριμπάουντ. Πάνω από 100 φορές ξεπέρασε τα 20. Έχει το καλύτερο rebound rate καριέρας στην ιστορία του NBA με 23.4%. Είναι, μάλιστα, ο μόνος παίκτης στην ιστορία του NBA που επί 8 (συνεχόμενες) σεζόν είχε το καλύτερο rebound rate στο πρωτάθλημα. Κανείς άλλος δεν το έχει καταφέρει 8 χρονιές, πόσο μάλλον συνεχόμενες.

Μια ζωή ΑΝΤΙπρότυπο. Μια ζωή παράδειγμα προς αποφυγήν. Ο πατέρας του έγραψε βιβλίο μιλώντας για εκείνον. Κέρδισε στο όνομά του. Η πρώτη του γυναίκα, Ανι Μπέικς, έγραψε βιβλίο για το βίο και την πολιτεία του πατέρα του παιδιού της το 1997 με τίτλο «Worse than he says he is».

Ακόμα και σήμερα κινείται στα όρια. «Μέντορας» του αντικομφορμισμού. Κόντρα στο ρεύμα. Από την κορυφή ως τα νύχια αντισυμβατικός. Από τα ρούχα μέχρι και τη ψυχή του. Πάντα όμως αληθινός με κάθε κόστος, γεγονός που δικαιολογεί πέρα από τους φανατικούς «εχθρους» τους ακόμα πιο φανατικούς ακολούθους. Πρόσφατα σε ένα ακόμα ταξίδι του στην Κορέα, εξέφρασε τη στήριξή του στον Κιμ Γιονγκ Ουν υποστηρίζοντας ότι «δε θέλει να βομβαρδίσει κανέναν». Οι μπελάδες στη ζωή του διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Αυτός όμως έχει επιλέξει πορεία εδώ και χρόνια. Η προσωπικότητά του «ουρλιάζει» κάποιες φορές παραπάνω και από τα επιτεύγματά του μέσα στο παρκέ. Ορμητικός. Εκκεντρικός.

Εμείς μπορούμε να διαλέξουμε από ποιά οπτική θα τον κρίνουμε... Αφού πρώτα του ευχηθούμε σήμερα να τα εκατοστήσει.

Ντένις Ρόντμαν: Ο πιο παρανοϊκός NBAer