MENU

Το πολεμικό ανακοινωθέν της 1ης Νοεμβρίου του 1940 έγραφε: «Εις το μέτωπον Ηπείρου σφοδρός αγών πυροβολικού. Εις τον τομέα Φλωρίνης τμήματά μας ανατρέψαντα ισχυράν αντίστασιν εχθρού εισεχώρησαν εις βάθος πέντε χιλιομέτρων εντός αλβανικού εδάφους και κατέβαλον δια της λόγχης οχυρωμένα σημεία».

Εκείνη την ίδια ημέρα, μια μέρα σαν σήμερα, 1η Νοεμβρίου του 1940, γραφόταν ο επίλογος για τον πρώτο Έλληνα αξιωματικό του Στρατού Ξηράς που έπεφτε μαχόμενος. Ο υπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος από τη Χάλκη της Δωδεκανήσου άφηνε την τελευταία του πνοή στο ύψωμα Τσούκα της Φούρκας, 11:30 το πρωί, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τη γενέτειρα του.

Ο Αλέξανδρος Διάκος είχε γεννηθεί το 1911 στη Χάλη, μικρονήσι δυτικά της Ρόδου που βρισκόταν υπό ιταλική κατοχή.

Ως έφηβος, ο Διάκος είχε υποστείλει την ιταλική σημαία ανήμερα της Εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου στο σχολείο του και είχε ανεβάσει στον ιστό την Ελληνική! Οι Ιταλικές Αρχές είχαν απειλήσει την οικογένειά του και τον ίδιο με απέλαση και φυλάκιση. Το 1930, ο Διάκος εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων· ονομάσθηκε επίκουρος παρατηρητής της Αεροπορίας με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. 

Από καλοκαίρι του 1940, ο Διάκος, υπηρετούσε ως Διοικητής Διλοχίας του 1ου Τάγματος του 4ου Συντάγματος στην περιοχή του χωριού Καρπερό Γρεβενών. Η Διλοχία του Διάκου, το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου βρισκόταν στο Επταχώρι της Καστοριάς και δύο βράδια μετά στη διάβαση του χωριού Ζούζουλη, στα όρια με τη Φούρκα της Ηπείρου. Σύμφωνα με τις διαταγές, έπρεπε να ανακόψει την προέλαση της Ιταλικής Μεραρχίας Αλπινιστών «Julia» προς το Μέτσοβο. 

Ο 2ος λόχος του 4ου Συντάγματος Πεζικού, τον οποίο διοικούσε ο Διάκος, βρέθηκε αντιμέτωπος με πολλαπλάσιες Ιταλικές δυνάμεις Αλπινιστών. Ο Αλέξανδρος Διάκος πολεμούσε όρθιος δίνοντας εντολές και κραύγαζε για να εμψυχώσει τους στρατιώτες του. Επιτέθηκε εναντίον των Ιταλών Αλπινιστών που κατείχαν το ύψωμα «Τσούκα», το οποίο ανακατέλαβε κι έχασε τρεις φορές.

Ο Διάκος, ρίχτηκε πρώτος στην μάχη για τέταρτη φορά· ριπή πολυβόλου τον σταμάτησε.

Η αναφορά του ταγματάρχη Ιωάννη Καραβία που διαβιβάστηκε στον συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Δαβάκη έγραφε: «Με αδάμαστον αποφασιστικότητα και ακλόνητον θάρρος ο υπολοχαγός Διάκος Αλέξανδρος κατόρθωσε ν’ ανασυντάξη εκ τρίτου τον λόχον, να τον εμψυχώση και να τον ρίψη μετά νέας ορμής εναντίον των λυσσωδώς αμυνομένων Ιταλών. 

Καθ’ ον δε χρόνον διά τετάρτην φοράν ο δοκιμασθείς λόχος εκαλείτο με την λόγχην εφ’ όπλου ν’ αντιμετωπίση νέαν, θραυσθείσαν και αυτήν, αντεπίθεσιν του εχθρού διά της τελικής εφόδου του, ο δε ηρωικός διοικητής του λόχου αυτού, τεθείς επί κεφαλής, εκραύγαζε με φωνήν Άρεως: “Εμπρός, παιδιά, για μια μεγάλη Ελλάδα και μίαν ελεύθερη Δωδεκάνησο”, ριπή πολυβόλου τον εφόνευσε...».

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» δημιουργεί:

«Το κράνος κύλησε από την αριστερή μεριά... Στο χώμα μόνο μια στιγμή κουνήθηκαν οι ρίζες, Ύστερα σκόρπισε ο καπνός κι η μέρα πήε δειλά Να ξεγελάσει την αντάρα από τα καταχθόνια. Μα η νύχτα ανασηκώθηκε σαν πατημένη οχιά Μόλις σταμάτησε για λίγο μες στα δόντια ο θάνατος, Κι ύστερα χύθηκε μεμιάς ως τα χλωμά του νύχια!»…

Η σορός του Διάκου ετάφη στο χωριό Ζούζουλη και το 1958 ετελέσθη ανακομιδή των λειψάνων του τα οποία εντοιχίστηκαν στη βάση του επιβλητικού αγάλματος του, στο Μαντράκι της Ρόδου.

Πηγή: ethnos.gr

Αλέξανδρος Διάκος: Ποιος ήταν ο πρώτος νεκρός αξιωματικός του στρατού στον ελληνοϊταλικό πόλεμο (vid)