MENU

Στη θρυλική «Έβδομη Σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, μία από τις σπουδαιότερες δημιουργίες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, ένας ιππότης επιστρέφει από τις σταυροφορίες στην πατρίδα του. Εκεί θα συναντήσει έναν μαυροντυμένο άνδρα, τον Θάνατο, ο οποίος θα του ζητήσει να τον ακολουθήσει στα σκοτεινά και δύσβατα μονοπάτια του. Ο ιππότης, τον οποίο υποδύθηκε ο Μαξ Φον Σίντοφ (1929-2020), θα του προτείνει να παίξουν μία παρτίδα σκάκι, ως έσχατη προσπάθεια σωτηρίας. Με τον όρο ότι αν κέρδιζε ο ιππότης, ο Θάνατος θα του χάριζε τη ζωή, η παρτίδα ξεκίνησε. Ο ιππότης, όμως, αγνοούσε έναν πολύ σημαντικό παράγοντα: κανείς δεν μπορεί να νικήσει τον Θάνατο στα 64 ασπρόμαυρα τετράγωνα...

 ... Εκτός από τον Μπόμπι Φίσερ.

Ένα χρόνο προτού γυριστεί η επική ταινία του Μπέργκμαν (1957), στις 17 Οκτωβρίου 1956, ο 13χρονος τότε Φίσερ αντιμετωπίζει τον πρωταθλητή ΗΠΑ, Ρόμπερτ Μπάιρν. Πολλοί ειδικοί του σκακιού υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το παιχνίδι του αιώνα. Ο μετέπειτα παγκόσμιος πρωταθλητής και -κατά πολλούς, μεταξύ άλλων και του ίδιου του Γκάρι Κασπάροφ- μεγαλύτερος σκακιστής όλων των εποχών, έκανε το αδιανόητο: κέρδισε την παρτίδα θυσιάζοντας τη βασίλισσά του (το ισχυρότερο πιόνι στη σκακιέρα)!

 Τέσσερα χρόνια πριν από την επίσημη στέψη του στο Ρέικιαβικ (1972), ο Μπόμπι Φίσερ αποδεχόταν την πρόσκληση της Ελληνικής Σκακιστικής Ομοσπονδίας να αγωνιστεί σε αγώνα σιμουλτανέ (ένας εναντίον όλων) απέναντι στην αφρόκρεμα του ελληνικού ζατρικίου. Ο ενδιαφέρων αυτός αγώνας ήταν προγραμματισμένος να λάβει χώρα μέσα στο κατακαλόκαιρο, στις 31 Ιουλίου 1968, στην αίθουσα της ΕΣΟ, στην οδό Ακαδημίας...

 Ο Παναθηναϊκός, το σωματείο που ανέδειξε το σκάκι στην Ελλάδα...

 Το 1948 είναι ένα έτος-καμπή για το ελληνικό και το παγκόσμιο σκάκι, αντίστοιχα. Στην Ελλάδα, ιδρύεται το σκακιστικό τμήμα του Παναθηναϊκού, το οποίο τότε στεγαζόταν στο περίφημο «Πανελλήνιον», επί των οδών Πανεπιστημίου και Μπενάκη, στην Αθήνα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, ένα πεντάχρονο αγόρι δέχεται ως δώρο γενεθλίων του από την αδερφή του ένα σκάκι και δεν το αποχωρίζεται ποτέ.

 Από την επανίδρυσή του το 1959 έως και το 1967, ο Σύλλογος Μεγάλος κυριαρχούσε απόλυτα στη σκακιστική κίνηση της χώρας, έχοντας κατακτήσει όλα τα ομαδικά πρωταθλήματα Ελλάδας και -σχεδόν- όλα τα ατομικά (μόνο το 1963 τού ξέφυγε ο τίτλος από τον Κωνσταντίνο Χατζιώτη του Πειραϊκού Ομίλου Σκακιστών). Το 1967, η επικράτηση των «πράσινων» σκακιστών ήταν ασύλληπτη. Στην τελική κατάταξη του πανελλήνιου πρωταθλήματος, οι εννέα από τους πρώτους δέκα μετρ ανήκαν στον Παναθηναϊκό: Αναστασόπουλος (1ος), Βυζαντιάδης (2ος), Πετροβίκης (4ος), Γρηγορίου (5ος), Κόκκορης (6ος), Αναγνωστόπουλος (7ος), Μπάστας (8ος), Παϊδούσης (9ος), Καζιλάρης (10ος). Τρία χρόνια νωρίτερα (1964), στη Σκακιστική Ολυμπιάδα του Τελ Αβίβ, ο σκακιστής του Παναθηναϊκού, Σταύρος Ιατρίδης, κατακτούσε το χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία των σκακιστικών προβλημάτων. Οι συνεχείς επιτυχίες των αθλητών του Τριφυλλιού, καθώς και το γεγονός ότι οι «πράσινοι» αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη της εθνικής ομάδας, θα αναγκάσουν τις πολιτικές εφημερίδες, στις καθημερινές σκακιστικές στήλες που φιλοξενούσαν, να συμπεριλάβουν την κατηγορία «Τα νέα του Π.Α.Ο.»…

 Ο Μπόμπι Φίσερ, γεννημένος στο Σικάγο, στις 9 Μαρτίου 1943 (9 Μαρτίου έχει επίσης γεννηθεί μια άλλη αθλητική ιδιοφυΐα, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς), ήταν η αμερικανική απάντηση στην ανίκητη σοβιετική σχολή, η οποία κυριαρχούσε μεταπολεμικά στο παγκόσμιο σκάκι. Αλεξάντρ Αλιέχιν, Μιχαήλ Μποτβίνικ, Βασίλι Σμισλόφ, Μιχαήλ Ταλ, Τιγκράν Πετροσιάν και Μπορίς Σπάσκι, κατά σειρά, κάρφωσαν τη σημαία με το κόκκινο αστέρι στο Έβερεστ του δημοφιλέστερου πνευματικού αθλήματος στον πλανήτη. Για τους Σοβιετικούς το σκάκι ήταν κάτι παραπάνω από εθνικό σπορ και η παντοκρατορία τους θεωρούνταν ως η πιο τρανταχτή απόδειξη της πνευματικής ανωτερότητάς τους έναντι όλων των υπολοίπων λαών και, συνάμα, μια λαμπρή νίκη του κομμουνισμού. Λογάριαζαν, όμως, χωρίς τον μοναχικό παράφρονα, ο οποίος άκουγε στο όνομα Ρόμπερτ Τζέιμς Φίσερ ή αλλιώς, «το παιδί-θαύμα».

 Θαρρείς και ήταν μετεμψύχωση του τελευταίου Αμερικανού παγκόσμιου πρωταθλητή στα τέλη του 19ου αιώνα, Πολ Μόρφι, από τον οποίον, εκτός από το απαράμιλλο ταλέντο, απέσπασε τις ιδεοληπτικές διαταραχές και τη ψυχωσική μανία που τον χαρακτήριζαν, ο Φίσερ, εκτός του ότι έβαλε ξανά το σκάκι στο χάρτη των ΗΠΑ, προκάλεσε παγκόσμιο θαυμασμό στην κοινότητα του ζατρικίου, συντρίβοντας γκραν μετρ με σκορ που δεν είχαν προηγούμενο, αλλά ούτε και επόμενο! Στο Ιντερζονάλ του 1970 (πρόκειται για τους αγώνες μεταξύ των υποψήφιων πρωταθλητών, ο νικητής των οποίων θα καλούνταν να αντιμετωπίσει τον εν δυνάμει παγκόσμιο πρωταθλητή, με σκοπό να του αποσπάσει τον βαρύτιμο τίτλο), ο Αμερικανοεβραίος μεν, ορκισμένος αντισημίτης δε (απίστευτο κι όμως αληθινό!), Μπόμπι, κέρδιζε με σκορ 6-0 παίκτες τοπ επιπέδου όπως οι Μαρκ Ταϊμάνοφ και Μπεντ Λάρσεν, με τους ειδικούς να αποφαίνονται ότι πρόκειται για εξωγήινο!

Αν αναλογιστεί κανείς ότι στη μάχη μεταξύ του Γκάρι Κασπάροφ και του Ανατόλι Καρπόφ, το 1984, έως ότου διακοπεί η εξαντλητική μονομαχία των δύο Σοβιετικών μύθων της σκακιέρας, σε 48 αναμετρήσεις υπήρξαν 40 ισοπαλίες ενώ μόλις 8 φορές αναδείχθηκε νικητής (5 φορές ο Καρπόφ και 3 ο Κασπάροφ) το να κερδίσει ένας σκακιστής έναν σχεδόν ισάξιό του αντίπαλο και στις έξι αναμετρήσεις, πετυχαίνοντάς το μάλιστα δύο συνεχόμενες φορές, είναι γεγονός που μπορεί να αποκληθεί εξωπραγματικό και πέρα από την ανθρώπινη λογική. Μέχρι και τις μέρες μας, σκορ όπως αυτά είθισται να λέγονται «φισερικά» από τους θαμώνες των σκακιστικών ομίλων.

 «Η διαφορά που είχε ο Φίσερ με τους σύγχρονούς του είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία του σκακιού. Είναι ο μεγαλύτερος από όλους τους παγκόσμιους πρωταθλητές», έχει παραδεχθεί ο επί 15 χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής, το «αγρίμι από το Μπακού», Γκάρι Κασπάροφ. Ίσως αυτό να καταδεικνύει περίτρανα πόσο μεγάλη επιρροή είχε ο αυτοδίδακτος Αμερικανός στους επιγόνους του. 6-0 και 6-0... Είναι σαν να κερδίσει, π.χ., η Ρεάλ Μαδρίτης την Μπαρτσελόνα και τη Λίβερπουλ με 8-0 στα προημιτελικά και στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, αντίστοιχα, για όσους δεν έχουν γνώση αυτού του υπέροχου σπορ (ναι, είναι σπορ το σκάκι και ρωτήστε τον Καρπόφ, ο οποίος, από το άγχος του στον τελικό απέναντι στον Κασπάροφ διακομίστηκε στο νοσοκομείο έχοντας χάσει περίπου δέκα κιλά!). Ούτε ο Τιγκράν Πετροσιάν, πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής από την Αρμενία, θα κατάφερνε να αντισταθεί στο «γιο της Κάισσα» (τη θεά και προστάτιδα του σκακιού) κι έτσι, ο πρωταθλητής του 1969, Μπόρις Σπάσκι (στο σκάκι οι αγώνες για την ανάδειξη του κορυφαίου παίκτη στον πλανήτη διεξάγονται κάθε τρία χρόνια), θα ήταν το τελευταίο εμπόδιο στο μεγαλύτερο όνειρο του Φίσερ: να φτάσει στη στρατόσφαιρα της σκακιέρας, κατακτώντας τον επίζηλο τίτλο της FIDE.

 Στη «φτωχή» σκακιστικά -αλλά και αθλητικά- Ελλάδα, οι σκακιστές του Παναθηναϊκού συνέχιζαν να αναδεικνύονται πρωταθλητές Ελλάδας. Παράλληλα, χάριζαν σημαντικές διακρίσεις στην πατρίδα μας σε διεθνείς αγώνες. Στη Σκακιστική Ολυμπιάδα του 1970, στο Ζίγκεν της πάλαι ποτέ Δυτικής Γερμανίας, ο «πράσινος» μετρ, Νίκος Καζιλάρης, αποσπούσε ισοπαλία από τον πρώην παγκόσμιο πρωταθλητή (και βαρύτονο της όπερας), Βασίλι Σμισλόφ. Δύο μόνο φορές σε ολόκληρη την ιστορία του ελληνικού ζατρικίου, Έλληνες σκακιστές θα καταφέρουν να μην ηττηθούν σε επίσημο αγώνα απέναντι σε πρώην παγκόσμιους πρωταθλητές. Η άλλη φορά ήταν το 1954, όταν ο Δημήτρης Παρλιάρος έπαιρνε ένα τιμητικότατο 0,5-0,5 από τον Ολλανδό καθηγητή, Μαξ Όιβε. Το 1968, ένας άλλος τριφυλλοφόρος σκακιστής, ο Λάζαρος Βυζαντιάδης, γινόταν -μαζί με τον Τριαντάφυλλο Σιαπέρα- ο πρώτος Έλληνας ο οποίος χριζόταν Διεθνής Μετρ (IM). Πρόκειται για τον δεύτερο σπουδαιότερο τίτλο που μπορεί να έχει ένας παίκτης σκακιού, μετά από εκείνον του Διεθνούς Γκραν Μετρ (GM), τον οποίον ο Φίσερ απέκτησε σε ηλικία 15 ετών (ο νεαρότερος μέχρι τότε στον κόσμο).

 Αθήνα, 1968...

 Ποδοσφαιρικά και καλαθοσφαιρικά, το 1968 δύναται να θεωρηθεί «κιτρινόμαυρο», χάρη στις επιτυχίες της ΑΕΚ να αναδειχθεί πρωταθλήτρια Ελλάδας στα δύο πιο δημοφιλή ομαδικά σπορ, αλλά και Κυπελλούχος Ευρώπης στο μπάσκετ, στον τελικό της 4ης Απριλίου 1968, στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Αθλητικά, όμως, η περίοδος 1967-68 είναι ακόμα μία «καταπράσινη» σεζόν, στην οποία οι αθλητές κάθε λογής τμημάτων του Παναθηναϊκού χάρισαν στο σύλλογό τους 40 ομαδικούς τίτλους στο βόλεϊ, στο στίβο, τον ανώμαλο δρόμο, την κολύμβηση, τις καταδύσεις, την πυγμαχία, την άρση βαρών, την επιτραπέζια αντισφαίριση, την ποδηλασία δρόμου και πίστας και την ξιφασκία. Η κυριαρχία του Τριφυλλιού ήταν αδιαμφισβήτητη -φυσικά- και στις σκακιέρες. Συνεπώς, όταν η οικεία ομοσπονδία κλήθηκε να επιλέξει ποιοι παίκτες θα έπαιρναν θέση για να αντιμετωπίσουν τον ισχυρότερο σκακιστή του πλανήτη και μετέπειτα παγκόσμιο πρωταθλητή, έκανε το προφανές: από τους πέντε σκακιστές που θα κάθονταν απέναντι στον Μπόμπι Φίσερ, οι τέσσερις ανήκαν στον Παναθηναϊκό!

 Ο γιατρός, Τάσος Αναστασόπουλος, 53 ετών, ο 30χρονος, Λάζαρος Βυζαντιάδης, ο 26χρονος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και αργότερα καταξιωμένος νευρολόγος-ψυχίατρος, Χρήστος Κόκκορης και ο 29χρονος, Γιώργος Τρικαλιώτης, ήταν όλοι τους πρωταθλητές Ελλάδας σε ατομικό ή ομαδικό με τον αθηναϊκό σύλλογο. Μόνο ο Νίκος Ορνιθόπουλος, ένας άκρως ανταγωνιστικός σκακιστής, εγγεγραμμένος στα μητρώα του ΟΦΟ Νικαίας, δεν ανήκε στον Σύλλογο Μεγάλο...

 Στο σκάκι, οι κινήσεις που μπορεί να κάνει κάθε πιόνι είναι συγκεκριμένες. Προτού ξεκινήσει μια παρτίδα, υπάρχουν 20 διαθέσιμες κινήσεις, οι οποίες αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, όσο το παιχνίδι «ανοίγει». Λένε ότι οι πιθανοί συνδυασμοί κινήσεων που μπορεί να προκύψουν θεωρητικά σε μια παρτίδα ξεπερνούν σε αριθμό τα αστέρια ολόκληρου του σύμπαντος. Είναι ένα παιχνίδι, του οποίου τα όρια δεν έχουν εξερευνηθεί ακόμα από τον άνθρωπο, μια συνεχής πρόκληση του νου, μια μυσταγωγία... Κάποιοι ισχυρίζονται ότι αποκλείεται να εφευρέθηκε από ανθρώπους, παρά είναι ένα δώρο των θεών σε εκείνους, ώστε να περνούν ευχάριστα την ώρα τους, ακονίζοντας παράλληλα το μυαλό.

 Ο Φίσερ θα τα βρει «σκούρα» απέναντι στους Έλληνες. Θα κερδίσει έπειτα από δυνατή μάχη τον Ορνιθόπουλο και θα περάσει από χαμένη θέση στις παρτίδες του με τους Βυζαντιάδη και Αναστασόπουλο. Ο Κόκκορης βρέθηκε πιο κοντά από όλους σε μια ιστορική νίκη. Θα αφήσει, όμως, ανεκμετάλλευτη τη δυνατότητα θυσίας που θα τον οδηγούσε στην επικράτηση. Ο ίδιος, αρκετά χρόνια αργότερα σε συνέντευξή του, θα πει: «Ασφαλώς και είδα τη θυσία. Ωστόσο, ούτε ο χρόνος επέτρεπε να αναλύσω διεξοδικά τις βαριάντες, ούτε το όνομα του αντιπάλου άφηνε περιθώρια για πειραματισμούς». Τελικά, την τιμή του «γαλανόλευκου» κουιντέτου θα σώσει ο Γιώργος Τρικαλιώτης, ο οποίος θα αποσπάσει ισοπαλία από τον εκλεκτό προσκεκλημένο από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το αστέρι του οποίου έλαμπε ήδη στο παγκόσμιο σκάκι και έμελλε να τυφλώσει τον πλανήτη, τα επόμενα χρόνια...

 Οι σκακιστές του Παναθηναϊκού θα συνεχίσουν να κυριαρχούν και στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1970, χαρίζοντας πρωταθλήματα και Κύπελλα Ελλάδας στον Σύλλογο Μεγάλο. Ο Χρήστος Κόκκορης, μπορεί να μην είδε το όνομά του γραμμένο στη λίστα αυτών που κέρδισαν τον Φίσερ, ανακηρύχθηκε παρ’ όλα αυτά πρωταθλητής Ελλάδας, το 1969 και το 1970. Τελευταίος «πράσινος» πρωταθλητής στο σκάκι ήταν ο Μίλτος Γρηγορίου, το 1974. Έκτοτε, θα ξεκινήσει η σταδιακή παρακμή του τμήματος, λόγω και της αθρόας ίδρυσης σκακιστικών ομίλων σε ολόκληρη τη χώρα. Η περίοδος 1988-89 είναι η τελευταία κατά την οποία η σφραγίδα «Παναθηναϊκός Α.Ο. - Σκακιστικό Τμήμα» θα εμφανιστεί σε επίσημη αλληλογραφία. Τελευταία έδρα του τμήματος θα ήταν η περιοχή του Ψυχικού. Ο ακάματος εργάτης του, Γεράσιμος Ναστάτος, επί δεκαετίες αρχηγός του σκακιστικού Τριφυλλιού, δεν κατάφερε να το κρατήσει ζωντανό. Λίγα χρόνια αργότερα, θα αποχαιρετήσει και εκείνος τα εγκόσμια...

 Ο Μπόμπι Φίσερ, πάντοτε αλαζόνας και εμμονικός, αλλά και βαθύτατα ριζοσπαστικός, θα συνεχίσει να ταρακουνάει τα ήσυχα νερά του σκακιστικού κόσμου με τα καμώματά του. Το 1969 θα ανακηρυσσόταν παγκόσμιος πρωταθλητής, ήταν παγκοίνως γνωστό και αναμενόμενο. Αποχώρησε όμως από τους αγώνες για ασήμαντη αφορμή! Το 1972, σε ηλικία 29 ετών, θα αναδειχθεί παγκόσμιος πρωταθλητής, επικρατώντας του Σοβιετικού, Μπορίς Σπάσκι, 12,5-8,5 στο Ρέικιαβικ. Είναι το τέλος της σοβιετικής κυριαρχίας και μια μεγάλη αμερικανική νίκη κατά τη διάρκεια του ατέρμονου Ψυχρού Πολέμου μεταξύ της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ. Χάρη στα επιτεύγματα του Φίσερ, πολλοί νέοι ανά τον πλανήτη θα ξεκινήσουν να παίζουν σκάκι. Άλλοι θα το αγαπήσουν με πάθος, έχοντας ως ίνδαλμα τον Αμερικανό γκραν μετρ. Ο ίδιος θα φτάσει στο δυσθεώρητο και αστρονομικό για την εποχή ELO 2785 (η μονάδα βαθμολόγησης των σκακιστών με βάση τους διεθνείς αγώνες τους) και ξαφνικά... τέλος! Το 1975, και ενώ είχε να εμφανιστεί σε σκακιστική διοργάνωση από τον Σεπτέμβριο του 1972, θα αρνηθεί να υπερασπιστεί τον τίτλο του απέναντι στον ανατέλλοντα αστέρα του αθλήματος, Ανατόλι Καρπόφ (μια μάχη που περίμενε πώς και πώς ολόκληρη η σκακιστική κοινότητα), αφού πρώτα έχει ταχυδρομήσει στη FIDE έναν κατάλογο με 179 (!) όρους, για τους οποίους απαιτούσε επιτακτικά την ικανοποίησή τους από τη διεθνή ομοσπονδία. Οι άνθρωποι της FIDE, λόγω και της τεράστιας δημοφιλίας του Φίσερ, θα ξεπεράσουν κατά πολύ τα όρια της ανθρώπινης διαλλακτικότητας, ικανοποιώντας τους 178! Ο μόνος όρος που δεν δέχτηκαν ήταν εκείνος που υπαγόρευε ότι σε περίπτωση ισοπαλίας στις νίκες, αυτός ο οποίος υπερασπίζεται τον τίτλο του (στην προκειμένη περίπτωση ο Φίσερ) παραμένει πρωταθλητής, κρατώντας το στέμμα του...

 Ο εκκεντρικός και ιδιόρρυθμος Φίσερ θα αποσυρθεί πλήρως από το άθλημα που τον έκανε πασίγνωστο στην υφήλιο. Ο πρώην «Αμερικανός ήρωας» και σύμβολο ενός ολόκληρου έθνους, πλέον ήταν καταζητούμενος από την ίδια του τη χώρα. Το 1992 θα σπάσει το εμπάργκο κατά της Γιουγκοσλαβίας, που είχε ορίσει η κυβέρνηση των ΗΠΑ (φτύνοντας on camera το έγγραφο της απαγόρευσης) και θα εμφανιστεί στον αγώνα-ρεβάνς απέναντι στον Σπάσκι, τον οποίο πριμοδότησε με 4 εκατομμύρια δολάρια ένας ζάπλουτος Γιουγκοσλάβος τραπεζίτης. Ο Φίσερ θα κερδίσει ξανά τον Σπάσκι (17,5-12,5), θα εισπράξει τα χρήματα της νίκες και θα επιδοθεί σε ένα ανελέητο κυνηγητό με την αμερικανική κυβέρνηση, η οποία είχε ήδη εκδώσει ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Το 2005 θα συλληφθεί στο αεροδρόμιο του Τόκιο και οι ΗΠΑ θα ζητήσουν την έκδοσή του. Οι Ιάπωνες, όμως, θα αρνηθούν να τον παραδώσουν. Τελικά, τη λύση θα δώσει η Ισλανδία, η χώρα στην οποία αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής, χορηγώντας του πολιτικό άσυλο. Οι Βορειοευρωπαίοι τον αγαπούσαν σαν συμπατριώτη τους...

 Σήμερα, εν έτει 2020, το σκακιστικό τμήμα του Παναθηναϊκού, το τμήμα που πάλεψε στα ίσα πρώην και μετέπειτα παγκόσμιους πρωταθλητές και που ήταν το πρώτο χρονικά (μαζί με τη ΧΑΝ Αθηνών) μη αμιγώς σκακιστικό σωματείο της χώρας, δεν υφίσταται. Ένας από τους στόχους της καμπάνιας «ΣΥΛΛΟΓΟΣ πιο ΜΕΓΑΛΟΣ» που «τρέχουν», εδώ και λίγες ημέρες, φίλοι-μέλη του Ερασιτέχνη Παναθηναϊκού, σε συνεργασία με τη διοίκηση του Ομίλου, είναι η επανίδρυση του άλλοτε κραταιού τμήματος ζατρικίου του ιστορικότερου συλλόγου της χώρας. Τη φορά αυτή, δεν θα φιλοξενηθεί στην αρτιότατη αίθουσα της οδού Ακαδημίας που στεγαζόταν στα ένδοξά του χρόνια (και την οποία χρησιμοποιούσε ακόμα και η ΕΣΟ για να διοργανώσει ορισμένους από τους επίσημους αγώνες της), αλλά σε κάποια στενόχωρη αίθουσα, κάπου στα έγκατα του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ούτε θα έχει την τύχη να δεχτεί την τιμητική επίσκεψη του Μπόμπι Φίσερ, ο οποίος πέθανε τον Ιανουάριο του 2008, σε ηλικία 64 ετών (όσα και τα τετράγωνα της σκακιέρας) και σήμερα τα οστά του φυλάσσονται σε κοιμητήριο της περιοχής Σέλφος στο Ρέικιαβικ.

 Κάπου ανάμεσα σε εκατοντάδες βαριάντες, σκακιστικά βιβλία και υπό τους ήχους του Μότσαρτ και του μιούζικαλ Chess των ABBA, ο Μπόμπι Φίσερ, ο σκακιστής που θα κέρδιζε ακόμα και τον Θάνατο, παίζει σκάκι με τον αγαπημένο του παίκτη, Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα, με τον Θεό να τους επιβλέπει, αλλά να μην μπορεί να τους ακολουθήσει στη σκέψη. Το παράξενο περπάτημα του Μπόμπι δεν θα κάνει ποτέ ξανά την εμφάνισή του στα τετράγωνα του πεζοδρομίου στην οδό Ακαδημίας, όπως τότε. Η φωτογραφία του, όμως, δικαιωματικά, θα είναι η πρώτη που θα κοσμήσει τη σκακιστική αίθουσα του Παναθηναϊκού, επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Και η πρώτη κίνηση που θα παιχτεί εκεί, τι άλλο; Μα, φυσικά, 1.e4…

 ΥΓ.: Το κείμενο είναι αφιερωμένο στους Γιώργο Βούλγαρη, Αλέξανδρο Αμάραντο και Κωστή Παρρά. Όλοι τους αμετανόητοι Παναθηναϊκοί και ερωτευμένοι με το σκάκι....

Αξιωματικοί και βασιλιάδες ξαναμπαίνουν στη ζωή του Παναθηναϊκού...