MENU

Μια πρόσφατη μελέτη που έγινε σε ποντίκια δείχνει ότι τα εγκεφαλικά κύτταρα δεν βοηθούν μόνο στη ρύθμιση της μνήμης, αλλά μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα του οργανισμού να απέχει από το φαγητό αν δεν το χρειάζεται πραγματικά. Ένας φυσικός μηχανισμός στον εγκέφαλο που μπορεί να περιορίσει την ώθηση για κατανάλωση μπορεί να είναι απλώς η απάντηση στη μείωση της μάστιγας της παχυσαρκίας.

Η κατανάλωση τροφής ήταν πάντα ένα ένστικτο στα ζώα για λόγους επιβίωσης. Η όψη και η μυρωδιά της τροφής τους προκαλεί κανονικά την επιθυμία για φαγητό χωρίς παρέμβαση από τον εγκέφαλο. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι τα ζώα έχουν πολύπλοκες νοητικές διαδικασίες που επηρεάζουν την απόφασή τους για το αν θα φάνε ή όχι σε μια δεδομένη στιγμή. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Rockefeller στη Νέα Υόρκη μελέτησαν μια ομάδα νευρώνων, εγκεφαλικών δηλαδή κυττάρων και την επίδρασή τους στη διατροφική συμπεριφορά σε ποντίκια. Τα αποτελέσματαδημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Neuron και η ενδιαφέρουσα ανακάλυψη ήταν ότι η πρόσληψη τροφής μειώνεται όταν αυτά τα εγκεφαλικά κύτταρα ενεργοποιηθούν.

Η μελέτη επικεντρώθηκε στους νευρώνες του υποδοχέα ντοπαμίνης 2 (hD2R) που βρίσκονται στον ιππόκαμπο, ένα μέρος του εγκεφάλου που παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της μνήμης και στη ρύθμιση των συναισθημάτων. Έρευνες επιβεβαίωσαν ότι αυτοί οι νευρώνες αποτελούν επίσης μέρος του πολύπλοκου κυκλώματος του εγκεφάλου που ρυθμίζει την κατανάλωση τροφής. Η Estefania P. Azevedo, συγγραφέας της μελέτης και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Εργαστήριο Μοριακής Γενετικής του Πανεπιστημίου Rockefeller, εξηγεί: "Αυτά τα κύτταρα κρατούν ένα ζώο μακριά από την υπερφαγία. Φαίνονται να μειώνουν την ιδιότητα του φαγητού ως ανταμοιβή και, με αυτή την έννοια, συντονίζουν τη σχέση του ζώου με την τροφή". Στην πραγματικότητα, όταν αυτοί οι νευρώνες διεγέρθηκαν, τα ποντίκια έφαγαν λιγότερο, ενώ όταν απενεργοποιήθηκαν, τα ποντίκια έφαγαν περισσότερο.

Τα ζώα δεν μπορούν να φάνε εάν δεν ξέρουν πού να βρουν φαγητό. Για να καταλάβουν πώς οι νευρώνες hD2R επηρεάζουν τη μνήμη ενός ζώου αναφορικά με ένα μέρος όπου είχαν βρει προηγούμενα τροφή, οι ερευνητές διέγειραν τον εγκέφαλο των ποντικών, ενώ αυτά διερευνούσαν ένα περιβάλλον γεμάτο τρόφιμα. Όταν οι νευρώνες διεγέρθηκαν, τα ποντίκια επέστρεφαν λιγότερο συχνά στα σημεία που προηγουμένως βρήκαν τροφή. Αυτό υποδηλώνει ότι η διέγερση των νευρώνων αποδυνάμωσε τις μνήμες που σχετίζονται με τα γεύματα και τη θέση των τροφίμων και έτσι εμπόδισαν το ζώο να επιστρέψει για περισσότερη τροφή. Είναι σαν να ενεργοποιείται και να απενεργοποιείται ο διακόπτης της πείνας.

Η Azevedo δίνει μια ενδιαφέρουσα εξήγηση για αυτά τα ευρήματα: "Οι εγκεφαλικές συνδέσεις μεταξύ φαγητού και της τοποθεσίας της τροφής είναι σημαντικές για την επιβίωση και η ισχύς αυτών των συνδέσεων ρυθμίζεται από το πόσο πολύ ανταμείβει μια εμπειρία. Επειδή οι νευρώνες hD2R επηρεάζουν τη σχέση ενός ζώου με το φαγητό, καταλήγουν επίσης να επηρεάζουν αυτές τις συνδέσεις". Παρόλο που τα ζώα πρέπει να τρώνε και συνεπώς να ωφελούνται από το φαγητό, υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις στις οποίες η κατανάλωση τροφής μπορεί να μην είναι τόσο ευεργετική.

Για παράδειγμα, εάν ένα ζώο έχει ήδη φάει και είναι χορτάτο, το κυνήγι για περισσότερη τροφή είναι περιττό και επικίνδυνο καθώς εκτίθενται άσκοπα σε αρπακτικά ζώα. Είναι ενδιαφέρον ότι αυτοί οι νευρώνες φαίνεται να εμποδίζουν τα ζώα να τρώνε ή να θέλουν να τρώνε όταν δεν είναι ωφέλιμο για αυτά.

Η ομάδα διερεύνησε επίσης πώς οι νευρώνες hD2R συνδέονται με άλλα εγκεφαλικά κυκλώματα και διαπίστωσαν ότι μπορούν να λαμβάνουν μηνύματα από ορισμένα μέρη του εγκεφάλου και να στέλνουν μηνύματα σε άλλη περιοχή που επηρεάζει τη διατροφική συμπεριφορά. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος μπορεί να επηρεάσει την όρεξη και να περιορίσει την κατανάλωση με τον έλεγχο των αναμνήσεων που σχετίζονται με το φαγητό.

Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία ευθύνονται για σοβαρά προβλήματα υγείας. Τα στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας δείχνουν ότι ο αριθμός των ατόμων που πάσχουν από παχυσαρκία έχει τριπλασιαστεί από το 1975.

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συνέβαλαν στην παγκόσμια τάση αύξησης του σωματικού βάρους, συμπεριλαμβανομένου του καθιστικού τρόπου ζωής και εργασίας, καθώς και στην αύξηση της κατανάλωσης επεξεργασμένων τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά. Αυτή η νέα έρευνα μας δίνει μια καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο εγκέφαλος ελέγχει τη λαχτάρα για φαγητό και μπορεί να προσφέρει πληροφορίες για βελτιωμένες θεραπείες στο μέλλον. "Η μελέτη μας δείχνει ότι οι περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στη γνωστική επεξεργασία και στη διαμόρφωση της μνήμης επηρεάζουν τη συμπεριφορά της διατροφής", υποστηρίζει η Azevedo. "Έτσι, είναι πιθανό, με την εκπαίδευση, οι άνθρωποι να μπορούν να μάθουν να αλλάζουν τη σχέση τους με τα τρόφιμα".

ΠΗΓΗ: itrofi.gr

Nευρώνες hD2R: μπορεί τα κύτταρα του εγκεφάλου να καταπολεμήσουν την παχυσαρκία;