Είναι γεγονός ότι η προηγούμενη γενιά της εθνικής γυναικών ήταν γεμάτη ταλέντο, ποιότητα και προσωπικότητες. Μπορεί να μην έφτασε σε κάποιο Παγκόσμιο και ουσιαστικά να κορύφωσε την πορεία της με το Ευρωπαϊκό του 2019 αλλά η ομάδα της Παπαφωτίου, της Χριστοδούλου, της Χαντάβα, της Λαμπρούση και της Γιώτα, της Κονόμη και της Βασιλαντωνάκη ουσιαστικά έστρωσε το δρόμο για την επόμενη γενιά.
Η σημερινή εθνική έχει συνδετικούς κρίκους και αυτοί είναι η Λαμπρούση και ενδεχομένως η Βασιλαντωνάκη, αν επιβεβαιωθεί το σενάριο που τη θέλει να ενεργοποιείται ξανά με τα γαλανόλευκα, όπως και η αρχηγός πλέον Στράντζαλη. Το θέμα είναι πως η εθνική ομάδα του 2025 έχει δυνατότητες να βάλει τις βάσεις για μια ομάδα με βάθος χρόνου. Είναι δύσκολο να συγκρίνουμε τα… ταλέντα του τώρα με του χθες κυρίως γιατί η τωρινή εθνική ομάδα αποτελείται από πολλές παίκτριες που είναι στο ξεκίνημά τους και τώρα χτίζουν κάτι καλό ενώ η εθνική της περασμένης δεκαετίας αποδείχθηκε ότι είχε πολλές παίκτριες που μπορούν πλέον να λογίζονται ως legends.
Σίγουρα βάζουμε στην εξίσωση και το ότι το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα πλέον διεξάγεται με περισσότερες ομάδες και αυτό έδωσε την ευκαιρία στην Ελλάδα να προκριθεί αλλά είναι γεγονός ότι η ομάδα του Οικονόμου δεν είχε απλά μια ευκαιρία, άρπαξε αυτή την ευκαιρία καθώς παρουσιάστηκε απόλυτα σοβαρή και προσηλωμένη όταν έπρεπε.
Αν αφήσουμε στην άκρη προς το παρόν την περίπτωση Βασιλαντωνάκη, η Ελλάδα θα έχει τρεις βασικούς πυλώνες. Η τριάδα Στράντζαλη, Λαμπρούση, Κωνσταντινίδου θα έχει ηγετικό ρόλο εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου. Η Στράντζαλη ως αρχηγός και η Λαμπρούση μαζί της ως… παλιοσειρά αλλά και η Κωνσταντινίδου μετά την επιτυχημένη πορεία της στην Ιταλία θα είναι σημεία αναφοράς για αυτή την ομάδα. Πέρυσι η Λαμπρούση δεν υπολογίστηκε ως βασική και αυτό συνέβη και στον φετινό Ολυμπιακό παρόλα αυτά παραμένει ένα κεφάλαιο για αυτή την ομάδα και το ότι είχε διάθεση και θέληση να υπηρετήσει το εθνόσημο και αυτό το καλοκαίρι δείχνει ότι και θέλει και μπορεί να ηγηθεί της προσπάθειας αυτής.
Αν υπάρχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα για την εθνική είναι ότι αποτελείται από πολλές παίκτριες με μεγάλη διάθεση να παίξουν, να δουλέψουν σκληρά και αυτό το καλοκαίρι και να κυνηγήσουν κάτι καλό. Και αρκετές από αυτές προέρχονται από καλή σεζόν και διακρίσεις. Κυπελλούχος Γαλλίας με σημαντική συνεισφορά στη Μιλούζ η Τοντάι, Κυπελλούχος Γερμανίας με πολύτιμες εμπειρίες η Κυπαρίσση, σπουδαία εξέλιξη για την Μπακοδήμου στην Κούνεο, σκληρή δουλειά και πολλές 20άρες από την Τσιτσιγιάννη στην Κονκορέζο και φυσικά Ανθούλη και Στράντζαλη με… ιταλικό αέρα.
Όσο για τις υπόλοιπες που είδαμε στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι φανερό ότι όλες τους είναι απόλυτα άξια και δίκαια μέλη της εθνικής ομάδας και φέτος. Είναι σαφές ότι ελάχιστες από τις σημερινές διεθνείς έχουν πιάσει το ταβάνι τους και αυτό ίσως να είναι και καλό. Δύσκολα θα βρει κανείς μέλος της εθνικής ομάδας που δεν λογίζεται ως ταλαντούχα. Αυτό σημαίνει ότι η καθοδήγηση του Οικονόμου είναι το βασικό ζητούμενο ώστε αυτή η ομάδα να ανέβει ακόμα ένα σκαλοπάτι. Και όπως φαίνεται από πέρυσι κιόλας η εθνική έχει έναν προπονητή που κερδίζει τον σεβασμό και δεν υπάρχουν γκρίνιες και μουρμούρες στα αποδυτήρια.
Το αν θα κάνει μια σπουδαία πορεία στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα δεν το ξέρουμε και μάλλον είναι σενάριο δύσκολο. Αν αυτή η ομάδα καταφέρει να κοιτάξει στα μάτια χωρίς φόβο και άγχος τα μεγαθήρια που θα βρεθούν μπροστά της θα είναι ένα μεγάλο βήμα για την επόμενη μέρα. Γιατί η μεγάλη πρόκληση δεν είναι να φέρει μια διάκριση από την Ταϊλάνδη αλλά να βάλει τις βάσεις ώστε να βρίσκεται εκεί, ή όπου και αν γίνει το επόμενο Παγκόσμιο, ξανά και ξανά με καλύτερες πιθανότητες για θετικά αποτελέσματα.