Ο τελικός του φετινού Τσάμπιονς Λιγκ στους άντρες έδειξε πως το πολωνικό βόλεϊ είναι στα καλύτερά του. Βέβαια, ποτέ δεν έπαψαν οι Πολωνοί να αποτελούν μια υπερδύναμη στο παγκόσμιο βόλεϊ και αυτό φαίνεται και από τις συνεχόμενες επιτυχίες σε εθνικό επίπεδο εδώ και πολλά χρόνια. Επίσης, μια ομάδα με παίκτες όπως ο Σλίβκα, ο Σμιθ, ο Σότσι και άλλα παίκτες αυτού του επιπέδου δεν μπορεί να λογίζεται ως «φτωχή» ή ως ομάδα με χαμηλό μπάτζετ ωστόσο είναι σίγουρα πως δεν ξοδεύει τα ίδια με ομάδες όπως η Περούτζια, η Τσιβιτανόβα ή η Τρεντίνο.
Ο τελικός ανάμεσα σε ΖΑΚΣΑ και Γιαστρέμπσκι ήταν ένα υπερθέαμα καθώς είχε ανατροπές, σπουδαίες φάσεις, τέσσερα από τα πέντε σετ να κρίνονται σε μικρές λεπτομέρειες και κυρίως είχε ως πρωταγωνίστρια την κορυφαία ομάδα της τελευταίας τριετίας. Αγωνιστικά η Γιαστρέμπσκι δεν υστερούσε σε πολλά. Ίσα ίσα μπήκε δυνατά στο παιχνίδι κατακτώντας το πρώτο σετ αλλά κυρίως έδειξε χαρακτήρα όταν βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο στο τέταρτο και έσβησε όσα ματς μπολ κέρδισε η ΖΑΚΣΑ. Κόντρα σε μια ομάδα με καλό σερβίς η υποδοχή άντεξε αρκετά ενώ επιθετικά είχε λύσεις και οριακά είχε καλύτερα ποσοστά σε αυτό τον τομέα.
Παρόλα αυτά η ΖΑΚΣΑ είχε ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα και αυτό ξεκινούσε από την άμυνα. Με πρώτο και καλύτερο τον Σότσι, έναν από τους δύο καλύτερους λίμπερο στο ευρωπαϊκό βόλεϊ μαζί με τον Γκρεμπένικοφ, αλλά και τον πολύ σταθερό Σλίβκα οι κόκκινοι κέρδισαν πολλές κόντρα μπάλες και αυτό ήταν το κλειδί της νίκης. Παράλληλα, το μπλοκ έδωσε πολλές λύσεις τόσο με άμεσα κερδισμένους πόντους όσο και με εύκολες άμυνες. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο MVP του τελικού ήταν ο Σμιθ, ο Αμερικάνος κεντρικός που ύψωσε τοίχος πάνω στο φιλέ και ταυτόχρονα είχε 7 στις 9 επιθέσεις κάτι που τον μετέτρεψε σε μια απόλυτα αξιόπιστη επιλογή στον πρώτο χρόνο.
Η μεγάλη εικόνα, όμως, δείχνει πως η ΖΑΚΣΑ έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια σε μια ομάδα με τεράστια αυτοπεποίθηση. Μετά το χαμένο πρώτο σετ φάνηκε πως η Γιαστρέμπσκι μπορεί να πήρε προβάδισμα αλλά δεν ήταν ικανό να φθείρει την αντίπαλη πλευρά αλλά ούτε και να την μεταφέρει άγχος και πίεση. Τα βασικά γρανάζια της ΖΑΚΣΑ αποτελούν κομμάτι του βασικού κορμού της ομάδας για περισσότερα από δύο χρόνια και αυτό είναι κάτι που την έχει δέσει για τα καλά. Επίσης, πέρα από τον Σμιθ και τον Σότσι, το βασικό σχήμα της ομάδας διατηρεί τον πολωνικό κόρμό αξιοποιώντας στο έπακρο το ταλέντο των γηγενών παικτών. Οι δύο Αμερικανοί, που με τη σειρά τους έχουν γίνει ένα με την ομάδα καθώς ο κεντρικός είναι στη ΖΑΚΣΑ από το 2019 ενώ ο λίμπερο από το 2021, είναι πλέον… παλιοσειρές και έχουν μετατραπεί σε ηγετικές φυσιογνωμίες της ομάδας.
Η ΖΑΚΣΑ, όμως, έχει καταφέρει να φτιάξει μια ομάδα άκρως ελκυστική και αυτό είναι ικανό να κρατήσει τους ταλαντούχους Πολωνούς εκεί και να μην έχουν την ανάγκη να κυνηγήσουν την… τύχη τους σε πλούσια πρωταθλήματα όπως το Ιταλικό ή ακόμα και το Ρώσικο, ακόμα και αν η Ρωσία έχει υποβαθμιστεί από την περίοδο του πολέμου. Η ΖΑΚΣΑ κατάφερε να χτίσει μια ομάδα αξιοποιώντας παίκτες όπως ο Σλίβκα, ο Κάζμαρεκ και ο Γιανούζ που ξεκίνησαν ως ταλέντα στη χώρα τους αλλά πλέον είναι καταξιωμένοι και διεθνείς και κυρίως παίκτες που έχουν κουβαλήσει στις πλάτες τους την ομάδα.
Το threepeat της ΖΑΚΣΑ δείχνει πως μια ομάδα μπορεί να χτιστεί και να εξελιχθεί με άψογο τρόπο χωρίς να κυνηγάει μεταγραφές εκατομμυρίων αλλά αξιοποιώντας το «δικό της» υλικό. Αυτή η τριετία ισοφάρισε το κατόρθωμα της Ραβένα των 90s και πλέον στόχος είναι το καρέ της Ζενίτ Καζάν που διατήρησε τον τίτλο της από το 2015 ως το 2018 όπως και η ΤΣΣΚΑ Μόσχας στη δεκαετία του 80’. Ότι και αν φέρει η επόμενη σεζόν πάντως η ΖΑΚΣΑ έγραψε ιστορία με χρυσά γράμματα και έδειξε πως οι πολωνικές ομάδες μπορούν να κυριαρχήσουν για τα καλά.