Ο Ολυμπιακός έμοιαζε μέχρι πρόσφατα σαν μια ομάδα με μεγάλη αυτοπεποίθηση και μεγάλη ποιότητα, ένας συνδυασμός που συχνά είναι ικανός να… ψηλώσει ένα σύνολο και θα του φέρει συνεχόμενες επιτυχίες. Όταν, όμως, από την απέναντι πλευρά του φιλέ βρίσκεται μια ομάδα τόσο πειθαρχημένη αλλά και φορμαρισμένη δεν μπορείς να την υποτιμήσεις.
Ακόμα και μετά το χαμένο πρώτο σετ του ΠΑΟΚ δεν μπορούσε κανείς να θεωρήσει το δικέφαλο τελειωμένο. Ο Ολυμπιακός δεν είχε τις ίδιες σταθερές ως συνήθως και κυρίως δεν είχε συνέπεια όσον αφορά την τελική πάσα. Το σερβίς του Ολυμπιακού δεν μοιάζει πλέον άτρωτο και ταυτόχρονα η υποδοχή του ΠΑΟΚ δεν είναι τόσο εύθραυστη όσο στο πρώτο μισό της σεζόν. Οι ερυθρόλευκοι έχουν γενικώς το προνόμιο να διαθέτουν πολλούς καλούς σέρβερ στην εξάδα τους και αυτό είναι κάτι που σε δύσκολα αλλά και λιγότερο δύσκολα παιχνίδια μπορούσε να κάνει τη διαφορά.
Η βελτίωση της υποδοχής του ΠΑΟΚ μετά το πρώτο σετ απελευθέρωσε την ομάδα σε όλους τους τομείς. Ο Γουόλς έκανε ένα άριστο παιχνίδι και διάβασε όλες τις αδυναμίες του ερυθρόλευκου μπλοκ. Ο Ράπτης είχε την άνεση να επιτίθεται σε καλές προϋποθέσεις και όσο έβρισκε πόντους άρχιζε να νιώθει ασταμάτητος. Ο Ντερ Ντρις δεν είχε απόδοση ίδια με του ημιτελικού αλλά και πάλι ήταν ικανός να προσφέρει όλα όσα ήθελε ο Μιλενκόσκι. Με τη σεζόν να εξελίσσεται και τον ΠΑΟΚ να αποδίδει όλα όσα έχει δουλέψει γίνεται ξεκάθαρο πόσο σημαντικός είναι ο Ράπτης στο παιχνίδι της ομάδας και πόσο πιο άνετα νιώθει με το ρόλο του. Ο νεαρός ακραίος δεν μετατράπηκε από τη μια μέρα στην άλλη σε MVP, άλλωστε MVP έχει αναδειχθεί και στο πρωτάθλημα του 2020. Αυτό που χρειαζόταν ήταν απόλυτη εμπιστοσύνη τόσο από τον προπονητή όσο και από τον ίδιο του τον εαυτό.
Ο Γουόλς, με τη σειρά του, ήταν ένα βασικότατο γρανάζι της ομάδας και γίνεται ξεκάθαρο το τελευταίο διάστημα ότι είναι παίκτης υψηλής ποιότητας. Για να γίνει αυτό, βέβαια, δεν αρκεί να παίξει ένα καλό Final 4. Αυτό είναι το επακόλουθο. Το στοιχείο που τον κάνει τόσο ποιοτικό είναι ότι ξεπέρασε τον κακό του εαυτό κάτι που είχε συμπαρασύρει τον ΠΑΟΚ στη μετριότητα για μεγάλο διάστημα και εν μέρει είχε οδηγήσει και στις συνεχόμενες ήττες από τον Παναθηναϊκό. Ο Καναδός κάνει πολλά καλά πράγματα μέσα στον αγωνιστικό χώρο και όχι απλά να πασάρει σωστά. Έχει καταφέρει να αξιοποιήσει τους κεντρικούς του, με τον έναν να έχει μπει στην ομάδα πολύ πρόσφατα, αποπροσανατολίζει το αντίπαλο μπλοκ, δίνει ενέργεια στην ομάδα και σαν… κερασάκι σερβίρει με συνέπεια.
Σαν αποκορύφωμα, βέβαια, η ομάδα του ΠΑΟΚ έχει εντυπωσιακή προσήλωση σε υποδοχή και άμυνα. Όλο αυτό ξεκινάει από τον υπερδραστήριο Κοκκινάκη και μεταφέρεται σε όλους τους υπόλοιπους. Ο Έλληνας λίμπερο μπορεί να λογίζεται ως ο καλύτερος σε αυτή τη θέση την τελευταία διετία καθώς η μαχητικότητα και το πάθος του βάζει συμβαδίζει με την αποτελεσματικότητα. Όλα αυτά λειτουργούν αλυσιδωτά καθώς ανεβάζουν ψυχολογικά την ομάδα, βοηθούν στην δημιουργία του πασαδόρου και αγχώνουν τον αντίπαλο.
Η ομάδα του ΠΑΟΚ είναι ένα δημιούργημα που βασίζεται απόλυτα στις επιλογές του Γιόσκο Μιλενκόσκι. Επειδή ωστόσο ζούμε στην Ελλάδα και δεν έχουμε συνηθίσει να έχουμε υπομονή αξίζουν συγχαρητήρια σε όλο τον οργανισμό ΠΑΟΚ που δεν παρασύρθηκε από το ασταθές ξεκίνημα της ομάδας και εμπιστεύτηκε το πλάνο του προπονητή αλλά και την ικανότητα των παικτών. Ο Μιλενκόσκι είναι ένας πανέξυπνος κόουτς που έχει τον τρόπο να κάνει τους παίκτες του να παίξουν για αυτόν και να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό. Αυτό είναι αλήθεια ότι το βλέπαμε για καιρό και με τον Τζουλιάνι και τον Ολυμπιακό ωστόσο ένας τελικός, και μάλιστα μονός σε Final 4, κρίνεται σε λεπτομέρειες και στιγμές. Ο ΠΑΟΚ ήταν σαφώς ανώτερος και έδειξε ότι σε ενδεχόμενους τελικούς πρωταθλήματος μεταξύ των δύο ομάδων το φαβορί δεν θα είναι ξεκάθαρο είτε έχει κατακτήσει ένα Κύπελλο είτε έναν ευρωπαϊκό τίτλο.
Ένα πολύ όμορφο Final 4 έφτασε στο τέλος του και οι εικόνες που έμειναν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικές. Το γεγονός ότι όλα κύλησαν απόλυτα ομάδα, δεν έγινε το παραμικρό απρόοπτο και οι τοπικές αρχές φιλοξένησαν με θέρμη τη διοργάνωση. Αυτό το σκηνικό είναι κάτι πολύ θετικό για τα χρόνια που θα ακολουθήσουν και για επόμενα Final 4 που πιθανώς να φέρουν αντιμέτωπες τις πιο δυνατές, εμπορικές και γεμάτες ένθερμο κοινό οπαδούς.