Δεν ξέρω πόσοι από εσάς έχετε παίξει ποτέ πόλο… Η τένις… Ολοι ή έστω η συντριπτική πλειονότητα έχει παίξει όμως ποδόσφαιρο, ή έχει κρατήσει μια μπάλα μπάσκετ κάτω από ένα σχολικό προαύλιο που συνήθως διέθετε ένα τουλάχιστον τσιμεντένιο γήπεδο. Κι επειδή, εδώ και ένα – δυο εικοσιτετράωρα η συζήτηση γύρω από την προσπάθεια της εθνικής πόλο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ή της Μαρίας Σάκκαρη στο αυστραλιανό Open, κόρης της Αγγελικής Κανελλοπούλου που ιχνηλάτησε σε ένα άθλημα με μηδαμινή προϊστορία και διακρίσεις στην Ελλάδα ζωντάνεψε ακόμη και στα του οίκου μας (των αθλητικών συντακτών εννοώ), δεν μπορείς παρά να την αντιμετωπίζεις με ένα ελαφρύ μειδίαμα.
Γιατί η κουβέντα περί δημοσιογραφικής αξιολόγησης θεματολογίας την οποία θυμόμαστε πάντα εξαιτίας μιας μεμονωμένης επιτυχίας αθλημάτων που ούτε τα γνωρίζουμε, ούτε τα παίζουμε κι ούτε πρόκειται να μας απασχολήσουν μέχρι την επόμενη αφορμή, μοιάζει περισσότερο με το γέλιο της ύαινας. Υποκριτικό και επικίνδυνο… Καταλαβαίνω όσο τίποτε άλλο την αγωνία των ανθρώπων που προσπαθούν να συντάξουν ένα εμπνευσμένο πρωτοσέλιδο. Είναι η ίδια που υπήρχε και στην γιγάντωση του αθλητικού Τύπου στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 μόνο που τότε, το αποτέλεσμα ήταν λίγο πολύ προδιαγεγραμμένο.
Θυμάμαι όταν το «Sportime» αφιέρωνε ολόκληρο το πρωτοσέλιδό του στο θάνατο του Οδυσσέα Ελύτη, το είχε θαυμάσει το σύνολο των αναγνωστών. Και το επιβράβευσε με ένα ακόμη κυκλοφοριακό ρεκόρ. Στην πραγματικότητα, εκείνο το εμπνευσμένο, πράγματι, πρωτοσέλιδο και προφανώς πρωτοποριακό και ξεχωριστό από την οπαδική λαίλαπα της εποχής, πιστοποιούσε τη διαφορετικότητα μιας εφημερίδας που τότε αποτέλεσε μια καινοτομία στον αθλητικό Τύπο.
Απλούστερα, το «Sportime» είχε καταφέρει να κερδίσει την εκτίμηση ενός κοινού το οποίο θα μπορούσε να αντέξει ή και να επιδοκιμάσει μερικές εξαιρέσεις χωρίς κόστος για τον επενδυτή… Δεν είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό πόλο διεκδικεί χάρη στην προσπάθεια των διεθνών μερίδιο δημοσιότητας. Διακρίσεις υπήρχαν και στο παρελθόν. Και η έκταση που αφιέρωνε ο Τύπος, (με εξαιρέσεις), ήταν η ίδια.
Σε ένα ή δυο πρωτοσέλιδα έπαιζε βασικό θέμα και την επομένη ξανά - ανατρέχαμε στα εγχειρίδια για να μάθουμε τους βασικούς κανόνες. Το πόλο εκ φύσεως είναι άθλημα που δεν μπορεί ποτέ να πλησιάσει τα δημοφιλέστερα ποδόσφαιρο ή μπάσκετ.
Και δεν μπορεί διότι από τα εκατό παιδιά που αθλούνται θα ασχοληθούν μ’ αυτό λιγότερα από τα οκτώ περίπου που θα αποφασίσουν να μπουν σε πισίνα και όσα τελικώς, δεν επιλέξουν την ατομικότητα της κολύμβησης. Παγκοσμίως, οι χώρες που καλλιεργούν το άθλημα είναι καμιά δεκαριά. Ανάμεσά τους και η Ελλάδα. Με αθλητές και αθλήτριες των οποίων η προπόνηση σε υψηλό επίπεδο μοιάζει με τη διαβολοεβδομάδα των ΟΥΚάδων στο στρατό.
Για οικονομικές απολαβές αφήστε το… Οι πισίνες δεν είναι πάντα διαθέσιμες. Όταν είναι, οι ώρες προπόνησης για τα τμήματα υποδομής πολλές φορές μοιάζουν με ώρες αγρυπνίας σε εκκλησία. Ταλέντα χάθηκαν για έναν γονέα που δυσκολευόταν να συνοδεύσει, για μια πισίνα που δε λειτούργησε για μια ομάδα που διαλύθηκε. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι διακρίσεις των ομάδων σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο μοιάζει με άφραστο θαύμα. Και οι συνάδελφοι που το ακολουθούν, αξιέπαινοι γνωρίζοντας ότι οι πιθανότητες επαγγελματικής ανέλιξής τους θα είναι όσες και περίπου ίδιες ενός λαχνού τυχερού παιγνίου. Οι κυκλοφορίες των εντύπων που ουδεμία σχέση έχουν με τις παρελθούσες δεκαετίες δεν ενθαρρύνουν πειραματισμούς στα πρωτοσέλιδα.
Ο τολμών πια δε νικά… Αθλήματα σαν το πόλο ή το τένις δεν πρόκειται να ευδοκιμήσουν ούτε καν να … ενδημήσουν στην αθλητική δημοσιογραφική συνείδηση γιατί είναι μακριά από την οπαδική λογική της ποδοσφαιροποίησης. Όπως και τα υπόλοιπα ερασιτεχνικά ή έστω ημιεπαγγελματικά αθλήματα. Την επόμενη φορά που κάποια έγκυρη, αντικειμενική ή αντικειμενικοφανής εφημερίδα φιλοξενήσει διαφορετικό πρωτοσέλιδο από τη φάτσα ενός ποδοσφαιριστή ή παράγοντα ας μην αποτελέσει τροφή για κριτική και διθυράμβους γιατί πολύ απλά θα αποτελέσει την εξαίρεση σε έναν κανόνα ανυπέρβλητο για τα ελληνικά στάνταρς.
Οσο τουλάχιστο αυτά τα στάνταρς καθορίζονται από την ανάγκη για «αίμα» και υποτάσσονται στην βούληση του οπαδικού πελατολογίου τους. Οι λιγότεροι αλλά μυημένοι στην «αντιεμπορικότητα» των αθλημάτων, έτσι κι αλλιώς γνωρίζουν που θα αναζητήσουν τις προσπάθειες των ομάδων ή το λαχάνιασμα των αθλητών τους. Αλλωστε σε μια επιτυχία όλοι δηλώνουν παρόντες. Η πορεία όμως, προς αυτήν είναι τόσο μοναχική όσο το βάδισμα ενός λύκου που ψάχνει για τροφή…