MENU

Συγνώμη ρε μάγκες, αλλά να παίζει η Νόβα τέτοιο αφιέρωμα στον ΕΝΑΝ και ΜΟΝΑΔΙΚΟ Δημήτρη Σαραβάκο και να υπάρχει έστω και ένας που να θέλει να ασχοληθεί σήμερα με κάποιον Νίκλας Χουλτ το λες και μαζοχισμό. Εγώ λοιπόν, τέτοια μέρα, ντρέπομαι να αναφέρω ακόμη και το όνομα του Σουηδού. Οπως και πολλών άλλων που ευθύνονται περισσότερο από δαύτον που βρίσκει και τα κάνει. Από αύριο θα ανοίξουμε ξανά «λογαριασμό» μαζί τους, δεν χανόμαστε. Αυτοί ΘΑ ΧΑΘΟΥΝ.

Πάμε λοιπόν στο θέμα μας. Αλήθεια, τι μας έκανες ρε Μήτσο βραδιάτικα και πως θα κλείσουμε μάτι; Τι αφιερωματάρα ήταν αυτή που είδαμε και πόσο λίγες φάνηκαν οι δυο ώρες; Πόσα χρόνια πίσω μας γύρισες και τι συναισθήματα ήταν αυτά που μας (ξανά) προκάλεσες;

Καταρχήν ένα μεγάλο μπράβο στον φίλο μου τον Νίκο τον Τζουάννη και την… ορχήστρα του. Εύγε Νικόλα και για τη σύλληψη και για το πως τον έπεισες να σου μιλήσει και φυσικά και για το αποτέλεσμα, το οποίο ήταν και το μόνο… σίγουρο στην υπέροχη αυτή ιστορία. Εξαιρετική δουλειά και πρέπει να τα λέμε κι αυτά με τόσο δηλητήριο που πέφτει σε αυτή την κωλοπιάτσα μας.

Δεν ντρέπομαι να το πω, αλίμονο άλλωστε, μα νομίζω ότι ο Σαραβάκος ΜΕ ΕΚΑΝΕ Παναθηναϊκό. Για την ακρίβεια με έκανε ΑΡΡΩΣΤΟ Παναθηναϊκό. Γιατί εντάξει, δεν θα γινόμουν κάτι άλλο, αυτό μας έλειπε κιόλας, ο Μητσάρας ωστόσο θαρρώ πως ήταν από τους βασικότερους λόγους που λάτρεψα και λατρεύω παθολογικά την ομάδα αυτή. Ανήκω οπαδικά στη φουρνιά που μεγάλωσε μαζί του και το λιγότερο που μπορώ να πω είναι το πόσο τυχερός και γεμάτος αισθάνομαι για τις «στιγμές» που έχω ζήσει. Νοιώθω μάλιστα ακόμη πιο υπέροχα που τα τελευταία χρόνια ήρθα πιο κοντά στον παιδικό μου ήρωα τόσο μέσα από τη συνεργασία που είχαμε στον Παναθηναϊκό, όσο και από την μετέπειτα σχέση που χτίσαμε και που για μένα είναι ένα όνειρο ζωής, είναι ευλογία, είναι κάτι μαγικό.

Όπως μαγικό θα πρέπει να είναι και το χέρι του οποιουδήποτε προσπαθήσει να αποτυπώσει με λέξεις αυτό που είδαμε στο εκπληκτικό αφιέρωμα της Νόβα. Αν και πιστεύω πως ούτε και μάγος δεν θα μπορούσε να καταφέρει όλα όσα πέτυχε ο μεγάλος μικρός του ελληνικού ποδοσφαίρου, ένα σεβαστό δείγμα από τα οποία το είδαμε και στη μικρή οθόνη. Αν και αυτά είναι για… ΜΕΓΑΛΗ. Για ντοκιμαντέρ και σινεμά δηλαδή. Σαν του άλλου Μήτσου (μας), του Διαμαντίδη.

Ξεκίνησε από… ball boy (και φυσικά κανονικός ποδοσφαιριστής) στον Πανιώνιο, εξελίχτηκε στο μεγαλύτερο Ελληνα ποδοσφαιριστή της σύγχρονης εποχής και έκανε όλη την Ευρώπη να παραμιλάει με τα κατορθώματά του. Πάλι καλά που δεν είχε ανοίξει και η αγορά με Μποσμάν και σία, γιατί θα τον χάναμε νωρίς. Ηταν γεννημένος για ακόμη πιο μεγάλα σαλόνια ο Μήτσος. «Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν πήγα στην προπόνηση ήταν να φιλήσω το έμβλημα του συλλόγου. Δεν ήμουν Παναθηναϊκός, δεν ήμουν τίποτα, αλλά στη συνέχεια τον λάτρεψα». Τι είπες τώρα ρε άνθρωπε; Και αλήθεια τι έκανες κιόλας από τότε και μετά; Τι να θυμηθώ τι να ξεχάσω από σένα…

Γι’ αυτό και θέλει ΕΙΚΟΝΑ κύριοι. Για να δεις πραγματικά τι έχει καταφέρει αυτός ο τύπος. Τις γκολάρες με την Γιουβέντους; Την Γκέτεμποργκ; Την Χόνβεντ (σ.σ. στη ρεβάνς με είχε πάρει στο γήπεδο ο γείτονας ο κύριος Βάσος με τυπωμένο και πληρωμένο εισιτήριο «Θύρα 11, θέση ΣΚΑΛΙ», σκεφτείτε τι γινόταν τότε και τι εστί πραγματικό sold out); Τα «γλέντια» όπου τον έβρισκε τον Ολυμπιακό; Τα φονικά δίδυμα με αδερφούς Δημόπουλους (κατά σειρά με Θανάση και Χρήστο) και εν συνεχεία το καλύτερο ever με τον Βαζέχα; Και βασικά αυτό που είδατε, όσοι είδατε και όσοι θα δείτε το αφιέρωμα, ήταν αυτό ακριβώς που ΕΙΝΑΙ ο Δημήτρης Σαραβάκος. Ένα «παιδί» απίστευτα χαμηλών τόνων, που ίσως μοιάζει ακόμη και σήμερα (και συχνά του το λέμε χαριτολογώντας) να μην έχει καταλάβει ποιος είναι. Ή μάλλον που δεν χρειάζεται να το δείξει και να το πει γιατί τα λέει ΟΛΑ η τεράστια καριέρα του. Οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του θα του λέγαμε καλησπέρα και θα μας έριχνε… σφαλιάρες αν δεν μιλάγαμε στον πληθυντικό. Δεν θα μας έβλεπε καν, νάνοι θα ήμασταν.

Πρόμο στη Νόβα και στην κάθε Νόβα μακριά από εμάς αλλά ΝΑ ΤΟ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ. Να το ψάξετε και να το βρείτε, δεν χρειάζεται να εξηγούμε περισσότερα. Ηταν που λέτε συγκλονιστική η συνέντευξη του Σαραβάκου και θα ήθελα να τον ακούω για πολλές ακόμη ώρες. Μίλησε για το ξεκίνημά του στον Πανιώνιο, για το πως ήρθε και πως ένοιωσε στον Παναθηναϊκό, για τις πρώτες του μεγάλες στιγμές, για το πώς… κόντεψε να φύγει, πως τελικά έφυγε, πως ξαναγύρισε και πόσο άδοξα κρέμασε εν τέλει τα παπούτσια του. Με την ακατανόητη και χαρακτηριζόμενη από έλλειψη σεβασμού συμπεριφορά του Βασίλη Δανιήλ, τον οποίο, ακόμη και μετά από αυτό το χουνέρι που του έκανε, ο Σαραβάκος δεν δίστασε να τον χαρακτηρίσει ως τον καλύτερο προπονητή που είχε ποτέ. Απίστευτο μεγαλείο ψυχής.

Η προσπάθεια που τον «ζάλισε» από τον Κοσκωτά να τον αγοράσει με τα «κλεμμένα» λεφτά και που ΕΥΤΥΧΩΣ έπεσε στο κενό όταν τον πήραν χαμπάρι. Μέχρι τότε είχε καταφέρει να «θολώσει» τον Σαραβάκο (ποιος αλήθεια στη θέση του δεν θα το πάθαινε;), ο οποίος όμως το πάλευε να μείνει στην Παιανία ζητώντας από τους Βαρδινογιάννηδες έστω τα μισά. Το αν τα άξιζε ή όχι δεν νομίζω ότι σηκώνει απάντηση και ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του. Όπως και το αν άξιζε μια ΚΑΝΟΝΙΚΗ πρόταση όταν τον άφησαν να πάει τζάμπα και βερεσέ στην ΑΕΚ μετά τα καψόνια που του έκανε ο Οσιμ. Στο σημείο αυτό να την πω την… αμαρτία μου; Για ΠΑΡΤΗ του λοιπόν πήγα με τον φίλο μου τον Μήτσο τον ΑΕΚτζή στο ματς της ΑΕΚ με την Ρέιντζερς στη (ή στα;) Φιλαδέλφεια και τον είδα να βάζει και δυο γκολ. Όπως το επανέλαβα και μερικές φορές ακόμη. Εντάξει, δεν ήταν και… Καραϊσκάκη.

Συγχωρεμένος; Νομίζω πως «ναι»… Ηταν και εντελώς διαφορετικές οι εποχές να ξέρετε τότε και μόνο όσοι τις έζησαν μπορούν να καταλάβουν.

Έγραψα για το πέρασμά του από την ΑΕΚ και θυμήθηκα και το άλλο που δήλωσε. Για τον τελικό του… «Μητσάρα φανέλα, βγάλε τη φανέλα» και το πέναλτι στα… πουλιά. Μου το έχει πει και κατ’ ιδίαν και φυσικά τον πιστεύω. Κατά λάθος την έστειλε τη μπάλα εκεί που την έστειλε. Δεν ξέρω αν θα ένοιωθα…. καλύτερα αν το έκανε επίτηδες, ξέρω όμως πως ΑΥΤΟΣ είναι ο Σαραβάκος. Και γι’ αυτό τον λατρεύουμε σαν Θεό. Μπράβο σε όσους έκαναν λοιπόν αυτό το αφιέρωμα και μας σήκωσαν την… τρίχα κάγκελο βραδιάτικα και μας έκαναν να φωνάζουμε ξανά μέσα στη νύχτα και στο σπίτι μας το γνωστό «Μητσάρα – Μητσάρα…».

Τι μας έκανες ρε Μήτσο βραδιάτικα;