MENU
Χρόνος ανάγνωσης 7’

Ο Αραούχο, ο Λιβάγια και η... ωρολογιακή βόμβα!

0

«Τώρα, με το χέρι στην καρδιά… Πιστεύεις ότι έκανες κάτι λάθος στο διάστημα που ήσουν στο Μπέργκαμο;».

«Ωωωω, εσείς οι δημοσιογράφοι. Πάντα η ίδια ερώτηση», απαντάει και γελάει. «Όπως το είπε και ο Ιησούς, ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. Αυτό τα καλύπτει όλα».

Αν σε μια εντελώς υποθετική και ολίγον μηδενιστική λογική, ο Ιησούς μπορούσε να γυρίσει το χρόνο πίσω, θα επέλεγε να αποφύγει τη φράση που αποτελεί για αιώνες επιχείρημα των… αμαρτωλών. Μικρών ή μεγάλων, σοβαρών αμαρτημάτων ή πταισμάτων… Ο πρώτος να πετάξει την πέτρα, λοιπόν, προκάλεσε ο Μάρκο Λιβάγια. Και παρότι ουδέποτε έφυγε κάτι τόσο βαρύ και επικίνδυνο προς το μέρος του, κατά καιρούς ο Κροάτης επιθετικός κατάφερε να φέρει κόσμο και κοσμάκη στα όριά του.

Ήταν μικρός; Ναι. Είχε δικαιολογίες; Πιθανόν. Ταλαιπωρήθηκε με τα πέρα-δώθε και ήταν αδύνατον να προσαρμοστεί; Ας του το δώσουμε και αυτό. Μεγάλωσε; Ναι. Ωρίμασε; Όχι! Κι αν θέλουμε να δούμε τα καθαρά γεγονότα, η ΑΕΚ ετοιμάζεται να βάλει μια ωρολογιακή βόμβα στον οργανισμό της. Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ… Πάντα έμοιαζε θέμα χρόνου πότε θα εκραγεί ο Μάρκο. Ένας εκπληκτικά ταλαντούχος παίκτης, ο οποίος πήγε στα 16 του χρόνια στην Ίντερ, όμως έκτοτε τα έκανε όλα λάθος!

Μάνα, Μίλαν και… Ίντερ!

Για έναν ποδοσφαιριστή που έχουν γραφτεί τόσα πολλά, η ηλικία του εκπλήσσει και αποτελεί, παράλληλα, την απόδειξη της στραβής του πορείας. Ο Μάρκο Λιβάγια είναι γεννημένος στις 26 Αυγούστου του 1993 και πριν καν κλείσει τα 27 του χρόνια έχει αλλάξει εφτά ομάδες, χωρίς καν να υπολογίζονται οι ακαδημίες που… φοίτησε το ποδόσφαιρο πριν ενηλικιωθεί. Ξεκίνησε 4,5 ετών παράλληλα με το τένις, το οποίο μάλιστα τον διασκέδαζε εξίσου με την ασπρόμαυρη θεά.

Η μητέρα του, Λίλια, πίεσε τον πρωτότοκο της οικογένειας (σ.σ. έχει έναν μικρότερο αδερφό που επίσης παίζει ποδόσφαιρο) να επιλέξει από νεαρή ηλικία ένα από τα δύο αθλήματα και ποδόσφαιρο ήταν. Ο Μίλαν Λιβάγια παρακολουθούσε τα δύο του παιδιά, επέλεγε να στηρίξει την επιλογή τους να παίξουν ποδόσφαιρο και έμπαινε συνήθως μπροστά σε όλες τις αποφάσεις που καλούνταν να πάρουν για την καριέρα τους. Η πρώτη ήρθε σε ηλικία 15 ετών, όταν ο Μάρκο διεκδικήθηκε από την Ντιναμό Ζάγκρεμπ και τη Χάιντουκ Σπλιτ. Προτίμησε τη δεύτερη… Δεν του βγήκε σε κακό.

«Ποτέ δεν αμφέβαλα για τον εαυτό μου. Πάντα πίστευα στις δυνατότητές μου και είχαν την οικογένειά μου, την κοπέλα μου και τον προπονητή μου να με ενθαρρύνουν να συνεχίσω», διηγείται ο Κροάτης επιθετικός με την θαυμαστή του αυτοπεποίθηση να του φέρνει από νωρίς προβλήματα. Ούτε καν 16 χρονών δεν ήταν, όταν άρχισαν οι πρώτες κόντρες με τη Χάιντουκ. «Δεν πίστεψαν σε μένα. Με έλεγαν χοντρό και αργό, ότι ωρίμασα πολύ νωρίς και τέτοια… Πάντα με αμφισβητούσαν κι ας ήμουν καλύτερος από όλους. Έκανα προπόνηση με την πρώτη ομάδα, έδειξα ότι μπορώ να σταθώ και παρόλα αυτά, με γύρισαν στην νέων. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήταν μεγάλη βλακεία τους και ένας από τους λόγους που με εξώθησαν να φύγω».

Οι μικρές Εθνικές ομάδες και τα τουρνουά κάτω των 17 ετών ήταν εκείνα που έδωσαν στον Μάρκο το εισιτήριο για να ξεφύγει από εκείνη που θεωρούσε ως κακιά του μοίρα. Πριν εμφανιστεί η Ίντερ και του δώσει την προοπτική να φύγει από την Κροατία, είχε τιμωρηθεί με αποβολή από την Χάιντουκ. Έτσι, για να πιάνουμε το νόημα από νωρίς…

Τατουάζ, γλυκά και… Coca-cola!

Η μεταγραφή έγινε γρήγορα. Ταχύτατα. Η Ίντερ έβλεπε ένα μεγάλο ταλέντο να έχει τη διάθεση να μεταναστεύσει και άρπαξε την ευκαιρία. Πλήρωσε 180.000 ευρώ στην Χάιντουκ (ποσό που προβλέπεται από τους κανονισμούς της ΦΙΦΑ) και ο Μάρκο Λιβάγια ετοιμαζόταν για το Μιλάνο. Οι πρώτες αντιδράσεις του στη μεταγραφή, ωστόσο, μαρτυρούσαν πως κάτι δεν πάει πολύ καλά με το παιδί… Με το μυαλό του, τουλάχιστον.

«Δε θα μπορώ να φωνάζω πια για τη Γιουβέντους, αλλά τι να κάνουμε; Δεν πειράζει», θα πει σε συνέντευξή του στην Κροατία και όταν αργότερα στην Ιταλία θα τον ρωτήσουν γιατί επέλεξε την Ίντερ, θα απαντήσει: «Επειδή εμφανίστηκαν πρώτοι. Εγώ τη Μίλαν συμπαθούσα επειδή εκεί έπαιζε ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν». Μπόμπα-ν έπεσε στο κεφάλι των νερατζούρι, αλλά μικρός ήταν έπρεπε να τον δικαιολογήσουν.

Δικαιολόγησαν, λοιπόν, τις παιδικές του προτιμήσεις, την αυταρέσκειά του όταν περιέγραφε πώς έκανε δύο ντρίμπλες στον Ματεράτσι στην προπόνηση και τον γελοιοποίησε, αιτιολόγησαν το lifestyle που συμπεριλάμβανε σχέση με μοντέλο και συνεχή τατουάζ, αλλά δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αντιεπαγγελματική του συμπεριφορά. «Τώρα πίνω μόνο μισό λίτρο την ημέρα», έλεγε περήφανος μετά τις συστάσεις της ομάδας του και συμπλήρωνε: «Τα γλυκά; Ε, ποιος δεν αγαπάει τα γλυκά».

Οι συμπατριώτες του θα αρχίσουν να… ψυλλιάζονται τη δουλειά. Γράφουν άρθρα και αφιερώνουν σελίδες για να εξηγήσουν την κατάσταση του Μάρκο Λιβάγια. «Ο 17χρονος που έφυγε από την Κροατία δεν μοιάζει σε τίποτα με τον σημερινό παίκτη. Κάποτε ήταν ένας υποδειγματικός επαγγελματίας που ονειρευόταν να παίξει στη Χάιντουκ. Σήμερα, είναι ένας αλαζόνας που ενδιαφέρεται μόνο για τα αμέτρητα τατουάζ του και τα μοδάτα χτενίσματα. Δεν είναι ο μόνος. Υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα, ειδικότερα νεαρών Βραζιλιάνων, που έχασαν το μυαλό τους στο Μιλάνο και ουδέποτε εκπλήρωσαν τις προσδοκίες που υπήρχαν για εκείνους».

Θα μπορούσε η λύση για ένα ταλέντο, το οποίο έμοιαζε να χάνεται, να είναι μακριά από το Μιλάνο;

Μια του λίθου, δυο του λίθου, τρεις και…

Ίντερ, Λουγκάνο, Τσεζένα. Ελάχιστα άλλαζαν στην καριέρα του Μάρκο Λιβάγια που έφτανε τα 20 του χρόνια και δεν είχε να επιδείξει κάτι σε αντρικό επίπεδο. Η Εθνική Κροατίας παρέμενε και παραμένει μέχρι σήμερα κάτι άφθαστο και οι δανεισμοί δεν έκαναν τίποτα καλό στην καριέρα του. Τους αφόρισε, μάλιστα, σε πρόσφατη συνέντευξή του, με αφορμή την καλή του παρουσία στην Ισπανία. «Όταν δεν ανήκεις στην ομάδα, δεν ενδιαφέρονται για σένα. Σε βλέπουν σαν ένα παιχνίδι και σε βάζουν στο περιθώριο», είχε πει και προφανώς το μπαλάκι πήγαινε σε εκείνο το… γήπεδο που ακόμα διηγούνται τα πεπραγμένα του. Στο Μπέργκαμο…

«Έχω ηρεμήσει, πλέον. Δεν πρόκειται να κάνω τις ίδιες χαζομάρες με πέρυσι. Πρωτίστως για το δικό μου καλό και δευτερευόντως για όλο το περιβάλλον γύρω μου. Για τον προπονητή και τους συμπαίκτες μου. Ο στόχος μου είναι να βάλω διψήφιο αριθμό τερμάτων». Τον Ιανουάριο του 2013 ο Λιβάγια υπέγραφε στην Αταλάντα και έδινε υποσχέσεις για ένα νέο, διαφορετικό πρόσωπο. Δυστυχώς, όσα ακολούθησαν ανάγκασαν τον κροατικό τύπο να γράφει άρθρα με τίτλο «τι στο καλό συμβαίνει με αυτό το παιδί;».

Τα δύο πρώτα παραπτώματα είχαν σχέση με την Εθνική ομάδα. «Ο Λιβάγια ζήτησε να εξαιρεθεί από το ματς με το Λίχτενσταϊν. Συμφώνησα και του ζήτησα να έρθει στη συγκέντρωση. Τον πήραμε τηλέφωνο, του στείλαμε μηνύματα και δεν τον βρήκαμε πουθενά για πέντε μέρες. Όσο είμαι εγώ στην ομάδα, δεν πρόκειται να παίξει ξανά. Δεν ανέχομαι τέτοια συμπεριφορά από κανέναν».

Ο Νίκο Κόβατς, που δεν τον λες και αμελητέα προσωπικότητα, ήταν κάθετος για τον νεαρό επιθετικό τον Αύγουστο του 2013. Δεν ήθελε να τον βλέπει μπροστά του. «Ένας ποδοσφαιριστής πρέπει να είναι πρότυπο συμπεριφοράς, καθότι έχει ευθύνη απέναντι στη νέα γενιά», συμπλήρωνε τον Νοέμβριο όταν οι δημοσιογράφοι επέμεναν να τον ρωτούν γιατί δεν τον καλεί στην Εθνική κάτω των 21 ετών».

Στην Αταλάντα, το ίδιο διάστημα, ο Μάρκο έβρισκε χώρο για να παίξει και με το πέρας του χρόνου έβρισκε τρόπο να εκτεθεί από την προσωπικότητά του. Τα παραπτώματα θα έρχονται το ένα μετά το άλλο. Θα απουσιάζει αδικαιολόγητα από προπόνηση, θα τιμωρηθεί για τη συμπεριφορά του από την ομάδα, θα αποκαλέσει τους οπαδούς της ομάδας «Ιταλούς μπάσταρδους» (και θα απολογηθεί αργότερα γι’ αυτό), θα προκαλέσει και δεύτερη φορά με τις αντιδράσεις του και θα μείνει εκ νέου εκτός ομάδας! «Είχε πολλές ευκαιρίες να μας δείξει ότι έχει αλλάξει, όμως δυστυχώς τις πετάει όλες», θα δηλώσει μέλος της διοίκησης και η υπομονή θα έχει εξαντληθεί μετά από 1,5 χρόνο.

Η συνέχεια μοιάζει μια επανάληψη από τα ίδια. Ο Λιβάγια καταφέρνει να πάει – επιτέλους – με μεταγραφή στην Ρούμπιν Καζάν, όπου και πάλι «όλα είναι φανταστικά και έχω αφήσει τις κακές συνήθειες πίσω», φεύγει δανεικός για την Έμπολι και κάνει τα ίδια, μέχρι και έρχεται η… σωτηρία από την Λα Πάλμας!

«Θα πω πως μόνο στο 60% των περιπτώσεων έφταιγα εγώ. Οι ιταλικές εφημερίδες ήθελαν απλώς να με κατηγορούν συνέχεια», λέει στην Ισπανία για να αιτιολογήσει τη φήμη που έχει ως κακό παιδί του κροατικού ποδοσφαίρου και συμπληρώνει κάνοντας την αυτοκριτική του (;). «Όλοι οι ποδοσφαιριστές περνούν μια περίοδο που κάνουν βλακείες και παιδιαρίσματα. Πήγα μικρός να παίξω στο εξωτερικό, όμως έχω αλλάξει τώρα. Έχω ωριμάσει, ιδιαίτερα μετά τη γέννηση του παιδιού μου. Υπάρχουν κάποιος πέρα από τον εαυτό μου για να σκέφτομαι και να μάχομαι. Είναι ευτυχισμένος, πλέον, με τη ζωή μου και την καριέρα μου».

Ήταν τον προηγούμενο Δεκέμβριο. Ο Μάρκο Λιβάγια με τέσσερα γκολ και τρεις ασίστ στο πρώτο του τετράμηνο στην Primera Division έμοιαζε επιτέλους να έχει αφιχθεί. Κι ας είχε φτάσει τα 23 του χρόνια, δεν τον έλεγες δα και μεγάλο. Το πρόβλημα είναι πως, τελικά, αφίχθη λίγο καιρό μετά. Στα δημοσιεύματα ότι έκανε άνω-κάτω τα αποδυτήρια της ομάδας του τον Μάρτιο και πλακώθηκε με τον προπονητή, επειδή δεν τον έβαλε στο ματς, στην κόκκινη κάρτα που πήρε τον Απρίλιο για εγκληματικό τάκλιν, τρία λεπτά μετά την είσοδό του σε ματς.

Γιατί, ο Μάρκο Λιβάγια αυτός έμοιαζε να είναι πάντα. Ένα χαρισματικό ταλέντο, με τα χαρακτηριστικά της αυτοκαταστροφής. Και, παρότι δεν βρέθηκε ποτέ αναμάρτητος να του πετάξει τον λίθον, ο ίδιος μοιάζει με άνθρωπο που πάρα πολύ κινείται, αλλά δεν φτάνει πουθενά. Ο Ιησούς το είπε και αυτό…

Ο Αραούχο, ο Λιβάγια και η... ωρολογιακή βόμβα!