MENU

Το να… βουτάς για πέναλτι δεν είναι μαγκιά, είναι αυτοταπείνωση! Είναι ατιμία. Είναι αμαρτία. Είναι κλοπή. Είναι απατεωνιά. Για να το ωραιοποιήσουμε όμως εδώ στα μέρη μας, να το φτιασιδώσουμε και να το.. καθαγιάσουμε, τα χρωματισμένα Μ.Μ.Ε. βρήκαν τρόπους για να μακιγιάρουν την ατιμία, εφευρίσκοντας φράσεις όπως: «κέρδισε έξυπνα το πέναλτι», «πήρε την επαφή», γεμίζοντας δικαιολογίες ένα απαίδευτο κοινό, το οποίο άλλο που δεν ήθελε. Μία τέτοια έτοιμη, βολική γνώμη πάντα χρειάζεται σε μία συζήτηση / επίδειξη μαγκιάς στο καφενείο, στην δουλειά, στους φίλους.

Δεν μου καίγεται καρφί αν ο Κώστας Φορτούνης ή ο Γιώργος Τζαβέλλας παίζουν στον Ολυμπιακό ή τον ΠΑΟΚ. Ειλικρινά αδιαφορώ. Ακόμα κι αν έπαιζαν στα Άσπρα χώματα ή αν έπαιζαν τελικό παγκοσμίου κυπέλλου με την Εθνική Ελλάδας θα ήταν το ίδιο. Η ατιμία δεν έχει χρώμα, χρόνο ή σημαντικότητα του event. Είναι το ίδιο για όλους.

Υποτίθεται - διάολε - ότι οι δύο τους είναι παιδιά που βγήκαν στο εξωτερικό, έπαιξαν έξω, άνοιξε το μυαλό τους, ευφράνθηκε η ψυχή τους με ποδοσφαιρική υγεία. Τι στην οργή έπαθαν γυρνώντας πίσω; Ποια ανίατη ασθένεια υπάρχει σε αυτό τον… καταραμένο τόπο, που κάνει χειρότερο ατομικά τον κάθε ένα που ζει εδώ;

Στην Αγγλία αμφότεροι θα ήταν απόψε στο ποδοσφαιρικό εκτελεστικό απόσπασμα. Όχι από τους τηλεκριτικούς, τα tabloid ή τους απέναντι, αλλά από τους… δικούς τους. Στο νησί μπορείς να είσαι όσο κακός θέλεις. Να είσαι άμπαλος, να την βρίσκεις με το καλάμι, να μην την πετυχαίνεις ούτε «βαλσαμωμένη». Αυτά συγχωρούνται. Είναι ανθρώπινα. Δεν γεννήθηκαν όλοι Μέσι. Ένα πράγμα μην κάνεις. Μην επιχειρήσεις να βουτήξεις για να κλέψεις. Εκεί, σε πήρε και σε σήκωσε. Εκεί, δεν υπάρχουν ελαφρυντικά. Την πρώτη φορά σου τραβάνε τα αυτί. Δεύτερη δεν έχει. Τελείωσες. Με συνοπτικές εσωτερικές διαδικασίες.

Είναι πολλά τα παραδείγματα ακόμα και με δικούς μας μέσα. Όταν ο Βασίλης Μπορμπόκης προσγειώθηκε στον κόσμο της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ στα τέλη των 90’s άκουσε ένα ολόκληρο γήπεδο από δικούς του να τον γιουχάρουν όταν μαθημένος στα… δικά μας προσπάθησε να εκμαιεύσει σφύριγμα. Το κατάλαβε. Δεν το ξανάκανε ποτέ.

Ο μεγαλύτερος diver των ελληνικών γηπέδων, ο Στέλιος Γιαννακόπουλος δεν τόλμησε να ξαναπέσει, όταν κατάλαβε ότι στην Αγγλία τέτοια πράγματα, όχι μόνο δεν δίνουν σφύριγμα, αλλά μπορούν να σε εξοστρακίσουν για πάντα από το νησί. Σε ένα από τα πρώτα του παιχνίδια στην Ρόμα, ο Βασίλης Τοροσίδης έφαγε δύο χιλιάρικα πρόστιμα από την ιταλική λίγκα, όταν βούτηξε για να πάρει πέναλτι απέναντι στην Ουντινέζε. Έβαλε μυαλό. Δεν το ξανάκανε.

Ακόμα κι ο (υπερ-παίκτης) Λουίς Σουάρες είχε την φήμη στην Αγγλία ενός κοινού λωποδύτη του ποινικού δικαίου. Όταν κατάλαβε ότι του βγήκε όνομα ως diver, όχι μόνο τα έκοψε, αλλά έκτοτε δεν πέφτει ακόμα κι αν συγκρουστεί με τανκ.

Η βουτιά είναι γλυκιά. Γίνεται συνήθεια. Εμμονή. Από ένα σημείο και μετά ο βουτηχτής αρχίζει και ο ίδιος να πιστεύει το δικό του ψέμα και κοιτά με απορία τον διαιτητή όταν δεν «ψαρώνει», όπως καλή ώρα ο Φορτούνης τον Ριτσόλι στο ματς με την Άρσεναλ. Τελειοποιεί την κίνηση, βάζοντας στο ρεπερτόριο του το τράνταγμα λες και τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Το μυαλό του μπλοκάρει. Σταματά να σκέφτεται πως θα τελειώσει όρθιος τις φάσεις, αλλά πως θα το σιγουρέψει, κερδίζοντας την επαφή, που πολλές φορές εκτός από πέναλτι φέρνει και παράπλευρα οφέλη (κάρτα ή αποβολή). Σταματά να σκέφτεται και να δρα ως ποδοσφαιριστής, αλλά γίνεται κάτι άλλο. Ηθοποιός. Υποτιμά πρώτα τον εαυτό του και μετά την νοημοσύνη όλων. Οι διαιτητές; Αυτοί άλλο που δεν θέλουν…

Αν καθίσεις να διυλίσεις τον κώνωπα μπορεί και να τα δεις αμφότερα ως πέναλτι. Όπως βαφτίζεις το κόκκινο που πέρασες στο προηγούμενο φανάρι, ως… βαθύ πορτοκαλί. Αν θέλουμε να κοροϊδέψουμε τους γύρω μας, υπάρχουν χιλιάδες τρόπους να το κάνουμε. Μέσα μας θα ξέρουμε όμως, ότι το φανάρι ήταν κόκκινο. Τόσο ο Φορτούνης, όσο κι ο Τζαβέλλας επέλεξαν να επιχειρήσουν να πάρουν το πέναλτι κι όχι να συνεχίσουν την φάση. Επειδή έτσι έχουν μάθει. Επειδή ξέρουν ότι εδώ πιθανότατα θα το πάρουν. Επειδή προτιμούν να μπουν στις αμφισβητούμενες φάσεις κι όχι να τα ακούσουν για μία πιθανή χαμένη ευκαιρία. Επειδή αυτός που βουτάει ουδέποτε είχε την παραμικρή κύρωση στην Ελλάδα, αντίθετα σχεδόν πάντα ανταμείβεται. Επειδή εδώ, αυτός που ξεγελά τον νόμο και μένει ατιμώρητος, είναι ο έξυπνος, ο ικανός, ο μάγκας. Το βλέμμα του Φορτούνη, την ώρα που πεσμένος φτιάχνει τις κάλτσες του προς στον διαιτητή που δείχνει λευκή βούλα στη Μυτιλήνη και οι πανηγυρισμοί του Τζαβέλλα, όταν καταλαβαίνει ότι έχει πάρει το σφύριγμα τα λένε όλα.

Το απόγευμα της Κυριακής, ο Κλάους έχασε την μεγαλύτερη ευκαιρία της καριέρας του. Όχι, δεν αστόχησε σε κάποιο κοντινό πλασέ ή κάποια εύκολη κεφαλιά. Η ευκαιρία που έχασε ήταν εικονική. Θα μπορούσε να στήσει την μπάλα, να πάρει φόρα και να την στείλει στον διάολο κι ακόμα παραπέρα. Θα μπορούσε να ρεζιλέψει ένα ολόκληρο σύστημα, που ο ΠΑΟΚ (υποτίθεται ότι) πολεμά και αντιτίθεται. Θα μπορούσε να δείξει ότι ο οργανισμός του ΠΑΟΚ είναι διαφορετικός και δεν ανέχεται δεκανίκια, όταν δεν μπορεί ο ίδιος να σταθεί στα πόδια του. Να κάνει μία κίνηση που επικοινωνιακά θα έπαιζε παντού, σε όλο τον πλανήτη και θα γινόταν η παντιέρα στην μάχη για την μεγάλη αλλαγή της κάθαρσης, που όλοι ορέγονται.

Μία νίκη πάνω, μία νίκη κάτω με τον Πλατανιά δεν λέει τίποτα. Εξάλλου, ο ΠΑΟΚ κέρδισε στο τέλος της ημέρας με 1-0 και οι γιούχες στο τέλος έσπαγαν τα τύμπανα. Αν ο Κλάους είχε στείλει την μπάλα στα… πουλιά, ο κόσμος του ΠΑΟΚ που ξέρει να τρολάρει όσο κανείς άλλος, στο κατευόδιο του θα χειροκροτούσε τους παίκτες. Τόσο μπορούσαν, τόσο έπαιξαν. Κάποιος τους έδωσε την ευκαιρία με ένα δώρο να κερδίσουν «ύπουλα», μα δεν το έκαναν. Η μεγαλύτερη γροθιά στο σύστημα. Η εύστοχη εκτέλεση του Κλάους (στα δικά μου μάτια) δεν ήταν γκολ. Ήταν αυτογκόλ!

Με λόγια, ανακοινώσεις, διαρροές και κύκλους δεν κάνεις τίποτα. Χρειάζονται έργα. Πράξεις. Χρειάζεται να σπάσεις αυγά. Να πρωτοτυπήσεις. Να κινήσεις γη και ουρανό. Στην ανάγκη να αυτομαστιγωθείς. Αν η διοίκηση του ΠΑΟΚ είχε προνοήσει να υπάρχει μία τέτοια στάση σε περίπτωση… αστείων / εμπρηστικών σφυριγμάτων, τότε σήμερα ίσως να μιλούσαμε για το fair-play του αιώνα. Τώρα, το μόνο που έγινε είναι να μπει ο ΠΑΟΚ κι αυτός στο ίδιο ζύγι με τους… άλλους. Να δώσει πατήματα.

Την βουτιά πολλοί αγάπησαν, όμως τον βουτηχτή κανείς. Κανείς διαιτητής, κανένα βίντεο, καμία πειθαρχική επιτροπή δεν πρόκειται με μία μεμονωμένη ποινή να κόψει την κακιά συνήθεια, που στην Ελλάδα έγινε… λατρεία. Ο μόνος που μπορεί να το κάνει είσαι… ΕΣΥ. Την επόμενη φορά που θα δεις παίκτη της ομάδας σου να βουτάει για να εκμαιεύσει σφύριγμα, αποδοκίμασε τον. Δεν είναι ντροπή. Είναι το σωστό. Και για κείνον και για σένα και για την ομάδα σου…

Την βουτιά πολλοί αγάπησαν, τον «βουτηχτή» ουδείς