MENU

H ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΟΥ ΔΟΥΛΕΥΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΣΟΥ

Δεν μπορεί να μη σου έχει τύχει. Παράδειγμα. Το φιλαράκι σου πιάνει καινούργια δουλειά, ας πούμε στην Pizza Hut (κάνα φραγκάκι για την γκρίζα διαφήμιση δεν θα έβλαπτε). Βγαίνετε για ποτάκι και σου λέει τα νέα χαρούμενος, ότι δουλεύει εκεί και ότι είναι καλή φάση και τέτοια. Και κάνεις το τραγικό λάθος και του λες: «Ντάξει, ρε φίλε, μπράβο, αλλά μία φορά που είχα πάρει Pizza Hut το ζυμάρι ήτανε μόνο για φρίσμπι και το ζαμπόν, το τυρί και το μπέικον τα βγάζανε από πρίντερ με πρόγραμμα». Βάρδα και πεις τέτοια μαλακία. Σ’ έφαγε ζωντανό. Και «τι είναι αυτά που λες» και «η Pizza Hut τα σπάει, ρε φίλε, είναι η καλύτερη, ΟΧΙ ΕΠΕΙΔΗΣ ΔΟΥΛΕΥΩ ΕΓΩ» και «τι να μας πει τώρα η Domino’s, μωρέ, με τα γατάκια» και μόνο σύνδεσμο δεν ανοίγει με συναδέλφους, να μαζεύονται, να πίνουνε ντρόγκια και να την πέφτουνε 20 μηχανάκια με πιστόλια-στιλούς και ρόπαλα του μπέιζμπολ στα μαγαζά «πλερώνεις δύο-παίρνεις και τη γυναίκα μου». Τώρα γιατί το κάνει; Για τον ίδιο λόγο που έσπαγε ο Μπρους Λι τις σχολές των Τζαπανέζων ώστε να δείξει ότι η δικιά του είναι η σωστή και για τον ίδιο λόγο που όταν κάποιος παίρνει μηχανάκι Γιαμάχα θεωρεί ότι είναι καλύτερο κι απ’ αυτό που έχει κωλοβαλβιδώσει και κωλοζιγκλερώσει ο Καβασάκι ο ίδιος. Ο άνδρας ό,τι κάνει το θεωρεί δικό του, ΚΑΤΑΔΙΚΟ ΤΟΥ, γι’ αυτό και όταν στη δουλειά έρχεται η στιγμή του πέους (βλέπε απόλυση, μείωση μισθού και τα συναφή) κάθεται και τον κλαίει και αρχίζει τα μαρθαβούτρσικα τύπου «δεν μπορώ να το πιστέψω πώς μου φέρθηκαν, εμένανε, που είχα δώσει και το αίμα μου γι’ αυτή τη δουλειά». Πάρ’ το χαμπάρι. Η εργοδοσία (οποιαδήποτε εργοδοσία) θα είναι πάντα απέναντι στον εργαζόμενο. Αν δει ότι πλέον για τον Χ ή Ψ λόγο δεν της κάνεις, κάνεις παρέα στα τόνερ για τους πρίντερ όξω απ’ τα γραφεία και τελειώνει η υπόθεσις.

ΣΤΟ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΠΑΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΙΘΑΓΕΝΗΣ

Σκας για διακοπές στο νησί το καλοκαίρι και έχει τύχει ο κολλητός σου να έχει φύγει τρεις μέρες πριν από σένα. Τον ήπιες. Με το που φτάνεις σε πλακώνει στα «έλα να σου δείξω πού να στήσεις τη σκηνή, έχει την καλύτερη σκιά», «άντε, ρε, που θα πάμε να φάμε εδώ, ο τύπος είναι βρομιάρης», «ουρτ, ρε, στην άλλη παραλία θα πάμε, που κόβει ο καίρος το απόγευμα όταν έχει νοτιά» και άλλα τέτοια, που στην αρχή ψιλοψαρώνεις, αλλά μετά (ξανα)καταλαβαίνεις ότι ο κολλητός σου είναι απλώς μαλάκας, σαν και τα μούτρα σου, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσατε να κάνετε παρέα. Ασε που ειδικά το θέμα με τον αέρα το έχει σκίσει και σου λέει προς τα πού θα φυσάει αύριο και πού θα είναι καλό να κάτσετε στην παραλία και πώς να βάλετε το αντίσκηνο και όλα αυτά, λες και από τα γεννοφάσκια του πίνει ούζα με τον μπαρμπα-Γιάννη τον ψαρά και ξηγιέται λιτανείες στον Αϊ Νικόλα στη δύσκολη, όταν έχει αργήσει να γυρίσει ο γιος από το παραγάδι. Κυρ Καραγκιόζογλου, επειδή είσαι τρεις μέρες παραπάνω από μένα στο νησί δεν σημαίνει ότι έσκασα για διακοπές στην Αστραλία πριν από την ανακάλυψη της Ωκεανίας και εσύ είσαι Αβορίγινας που με περιμένει στο λιμάνι με ντιτζεριτού στο στόμα, το βλικά ορθό και χαμόγελο με σάπιο δόντι. 

Η ΓΚΟΜΕΝΑ ΣΟΥ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΣΕΝΑ ΠΗΔΙΟΤΑΝΕ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ

Ναι, ρε. Αλήθεια. Κάποιος, κάπου, κάποτε είχε πηδήξει την γκόμενά σου πριν από σένα και guess what. Της άρεσε κιόλας. Θυμάσαι που για να εντυπωσιάσεις κάποιο μονί (η ευπρέπεια χτυπάει ξανά) ήσουνα ικανός να κάνεις ζογκλεριλίκια με τρακόσα πιάτα πάνω σε καλαμάκια από σουβλάκια ενώ ξηγιέσαι μονόροδο ποδήλατο; Ε, το ίδιο έκαναν ταυτόχρονα άλλοι διακόσα δισεκατομμύρια παπάρες και ένας από αυτούς έτυχε να εντυπωσιάσει και να κεράσει την γκόμενά σου. Fact. Κι άμα χαλιέσαι κάθε φορά που σε μια κουβέντα θα πει «όοοοοχι, ρε, αυτό είχε γίνει πριν από τρία χρόνια, που τα είχα με τον Τάσο», πάρε χαμπάρι ότι για να φτάσει να είναι τόσο καλή στο κρεβάτι, που τόσο σου αρέσει και τη χαίρεσαι, έχει ξηγηθεί προϋπηρεσία και έχει κολλήσει βαρέα στο κρεβάτι του Τάσου, του Μήτσου, του Γιώργου, του Λάκη, του Τζέικ και του Ελγουντ και πολλών ακόμα, γιατί αν δεν το είχε κάνει θα κοίταγε το πουλί σου σε φάση «what da fuck is this?» και τότε ναι μεν θα ήσουνα χαρούμενος που στις παρέες δεν θα αναφέρονταν οι πρώην της, αλλά θα πήγαινες να πηδήξεις και η πλαστική κούκλα θα φάνταζε μπροστά της Eva Angelina σε εμπειρία.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ. 

Ναι, ρε γελοίε. Δεν τον έφτιαξαν για πάρτη σου. Οδηγούν κι άλλοι και πρέπει να τους σέβεσαι. Ο.Κ., δεν μιλάω για την γκόμενα που έχει κάνει σκουλαρίκι το κινητό και είναι με κρέμα προσώπου και αγγούρια στα μάτια μέσα στο αμάξι και λέει μαλακίες με τις φίλες της, αλλά για τον απλό κόσμο, που, πάρ’ το χαμπάρι, έχει τα ίδια δικαιώματα με σένα στον δρόμο. Επίσης, δεν είσαι ο Νίκι Λάουντα, να περνάς με ταχύτητα Εντερπράιζ τα παπιά στον δρόμο με το κωλοπειραγμένο EVO σου, υπερφλώρε Μπουρναζιώτη. Κανένας δεν σε γουστάρει, όλοι κλαίνε να κάνεις bloodbath στην επόμενη κολόνα και, προπάντων, δεν πρόκειται να πηδήξεις με την καμία με αυτή την τακτική. Και κάτι τελευταίο. Οι μαλάκες που ανοίγουνε παράθυρο και νομίζεις ότι είχαν κάδο ανακύκλωσης μέσα στο γαμωάμαξό τους απ’ τα σκουπίδια που αμολάνε να πάθουνε καλπάζοντα ερυθρηματώδη λύκο ή κάτι άλλο πολύ κακό και να ψοφήσουνε με φρικτούς πόνους πάραυτα. 

ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΜΠΑΛΑ

Επειδής και καλά παιζεις μουντιαλίτο δεν σημαίνει ότι περνάς τον Νέστα σταματημένο. Είσαι λίγος. «Ξέρεις, φίλε, εγώ έπαιζα τρελή μπάλα μικρός και ήμανε προεπιλογή για την Εθνική ομάδα και άμα δεν έμπλεκα με το μονί, τον Λιονέλ τον Μέσι θα τον είχα να πααίνει να μου ψωνίζει Ασος Ιντερνάσιοναλ από το περίπτερο να ‘ούμε». Πόσες φορές έχω ακούσει παρόμοιες παπάτζες, ρε φίλε... Λοιπόν, καπετάν ηλίθιε, άκου και χώνεφ’ τα: είσαι φλώρος, δεν τη δίνεις όχι από το δεξί στο αριστερό, αλλά ούτε στα παιδιά σου στο πάρκο σε οικογενειακό διπλό, είσαι πιο αργός κι απ’ το ριπλέι σου και για να φτάσεις από τη μία περιοχή στην άλλη χωρίς να ξηγηθείς μπαϊπάς θες δυο κατοστάρικα ταξί. Και είσαι και χοντρός και άμπαλος. Και δεν μαρκάρεις. Δεν κόβεις ούτε με βαλέ, λέμε. Δεν πετυχαίνεις υπερωκεάνιο από το ένα μέτρο. Τι άλλο θες να σου πω; Πάνε φάε καμιά πίτσα. Hut. Αμπαλε.

ΑΝ ΚΛΑΨΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ GAYLORD

Τα ‘πε καλύτερα ο Καβγατζίδης να ‘ούμε. Είχε χωρίσει με Μαρινέλλα και αυτή βγήκε και είπε το «Οι άνδρες δεν κλαίνε». Και ξηγιέται απάντηξις ο υπερπόντιος και βγάζει άσμα «Κι όμως, κυρία μου, οι άνδρες κλαίνε». Τέλος.

Ανδρες...